Μια από τα ίδια! Πριν καν προλάβει να κοπάσει ο θόρυβος του ενός σκανδάλου, η δυσοσμία ενός άλλου αρχίζει να αναδύεται. Τα συνηθίσαμε πια, εδώ και χρόνια. Με διαφορετικές κυβερνήσεις, διαφορετικούς υπουργούς, Γραμματείς και Φαρισαίους. Κομματικά σύμβολα και πρόσωπα αλλάζουν, όχι, όμως, και η ποιότητα διοίκησης και διαχείρισης του κράτους, η οποία βρίσκεται σε επίπεδο χωρών του Τρίτου Κόσμου ή του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού.Η αδυναμία ελέγχου της ποιότητας, των ενεργειών, των παρατυπιών και των επιλογών ακόμη και των πιο υψηλά ισταμένων καταδεικνύουν το μέγεθος του προβλήματος. Δυστυχώς από το μνημειώδες Παπανδρεϊκό «ένας κρατικός λειτουργός δικαιούται να κάνει ένα δωράκι στον εαυτό του, αλλά όχι και πεντακόσια εκατομμύρια» της δεκαετίας του ’80 έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι, αλλά μάλλον δεν ήταν αρκετό για να ξεβρομίσει τον τόπο από την κατάρα της αυθαιρεσίας της εκάστοτε εξουσίας του.
Οι μεγαλόστομες διακηρύξεις περί σεμνότητας και ταπεινότητας, οι εξαγγελίες για δημιουργία επιτροπών και υποεπιτροπών που διερευνούν κάθε υπόθεση διαφθοράς σε βάθος απλώς δεν πείθουν κανέναν κι ακόμη πιο … «απλώς» προκαλούν μειδίαμα θυμίζοντας μάλλον ατυχή ανέκδοτα. Αυτά μπορεί να είχαν πέραση σε κάποιες άλλες -πόσο μακρινές;- εποχές. Τότε οι Έλληνες έδειχναν υπομονή, περίμεναν καλύτερες μέρες, καλύτερη Ελλάδα, κάθαρση, εκσυγχρονισμό και τίμια διακυβέρνηση. Τώρα πια έχει χαθεί το σημαντικότερο στοιχείο συνοχής μεταξύ πολιτικών και πολιτών. Έχει χαθεί η εμπιστοσύνη κι αυτή δεν κερδίζεται πλέον με λόγια και υποσχέσεις, αλλά με αποφάσεις δυναμικές και ριζοσπαστικές.
Το κράτος μας θυμίζει χάος, το οποίο είναι αδύνατο να ελεγχθεί ακόμη και στις βασικές λειτουργίες του. Η ανίερη συμμαχία κυβερνητικού λαϊκισμού και λαϊκού ατομικισμού δημιούργησαν ένα γιγαντιαίο γραφειοκρατικό μηχανισμό καθιστώντας αδύνατη οποιαδήποτε προσπάθεια ανάπτυξης, οργάνωσης κι ελέγχου. Η εμφάνιση φαινομένων διαφθοράς, στα πλαίσια του συγκεκριμένου μηχανισμού, οδηγεί σε παιδαριώδεις πολιτικές επιλογές που επιτείνουν το πρόβλημα αντί να το περιορίζουν. Περισσότεροι ελεγκτικοί θεσμοί, περισσότερες δημόσιες υπηρεσίες, περισσότεροι δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι που θα ελέγχουν τους προηγουμένους επιφέροντας εξυγίανση, ώσπου κι αυτοί να αφομοιωθούν, να σαπίσουν αναγκάζοντας το σύστημα να δημιουργήσει κι άλλους θεσμούς και υπηρεσίες που θα πρέπει να στελεχωθούν με άλλους υπαλλήλους και πάει λέγοντας!
Η λύση του προβλήματος της διαφθοράς δε βρίσκεται στη διόγκωση του κράτους. Καμιά λύση δε βρίσκεται εκεί! Η λύση βρίσκεται στην αντίπερα όχθη και λέγεται περιορισμός του κράτους σε κάθε επίπεδο. Δε χρειαζόμαστε τριακόσιους βουλευτές. Μπορούμε και με λιγότερους. Άλλωστε αποδεικνύεται ότι δε διαθέτουμε τριακόσιους τίμιους, οραματιστές, δυναμικούς και με διάθεση να αφιερώσουν τη ζωή τους στα κοινά! Μπορούμε, λοιπόν, και με λιγότερους. Από εκεί πρέπει να ξεκινήσει κάθε προσπάθεια εξυγίανσης, οργάνωσης, κάθαρσης ή επανίδρυσης, όπως την ονομάζουν οι πολιτικοί!
Κι αν μπορούμε με λιγότερους βουλευτές έχω τη βεβαιότητα ότι θα τα καταφέρουμε και με λιγότερα υπουργεία και υφυπουργεία και άρα με λιγότερους Γραμματείς, Συμβούλους, σωματοφύλακες, Δημόσιους Υπαλλήλους, λιγότερες Δημόσιες Υπηρεσίες, λιγότερα κρατικά αυτοκίνητα. Κι όλοι αυτοί οι … λιγότεροι θα συντελούσαν στον περιορισμό της γραφειοκρατίας και της σπατάλης και της καθυστέρησης και της ανευθυνότητας. Η αλλαγή προσώπων -των εκάστοτε δικών τους- δε συνιστά επανίδρυση αλλά διαιώνιση κι εξάπλωση της υπάρχουσας παθογένειας.
Κι αν πράγματι είναι επιθυμητή η κάθαρση, πρέπει κάποια στιγμή να σεβαστούμε μια από τις βασικές αρχές της Δημοκρατίας που κάνει λόγο για ανεξαρτησία των εξουσιών. Και σε μια τέτοια περίπτωση δε νοείται βουλευτής (Νομοθετική Εξουσία) να καταλαμβάνει και θέση στην Κυβέρνηση (Εκτελεστική Εξουσία), ώστε ο έλεγχος να ξεκινά από τα υψηλότερα σημεία του μηχανισμού και να περιορίζει την αυθαιρεσία και τη διαφθορά εκεί που γεννιούνται. Μια τέτοια προσπάθεια εξυγίανσης που θα είχε ως αφετηρία της το ίδιο το κράτος και μάλιστα την εξουσία του είναι βέβαιο ότι θα έβρισκε ερείσματα στους πολίτες και θα αποτελούσε πρότυπο συμπεριφοράς γι αυτούς. Ένα τέτοιο κράτος θα μπορούσε να απαιτήσει τιμιότητα αρχικά από τους λειτουργούς και τους υπαλλήλους του και τελικά από τους πολίτες του (μ’ αυτή τη σειρά).
Τα δεδομένα μεταβάλλονται με ταχύτατους ρυθμούς σε κάθε τομέα κι αυτό απαιτεί και εξέλιξη του κράτους. Σε μια εποχή που η παγκοσμιότητα αποτελεί το επίκεντρο και το σημείο αναφοράς των εξελίξεων είναι αδιανόητο να επιμένουμε στη λειτουργία του κράτους όπως αυτή ρυθμίστηκε κατά το παρελθόν για να εξυπηρετήσει διαφορετικές ανάγκες, ιδεολογίες και στόχους! Το σύγχρονο κράτος δεν μπορεί να είναι ο βασικός εργοδότης μιας κοινωνίας και μάλιστα με τη δημιουργία αντιπαραγωγικών θέσεων εργασίας αλλά ο ρυθμιστής του υγιούς ανταγωνισμού και ο τροφοδότης της ανάπτυξης. Και για να συμβεί αυτό χρειαζόμαστε ένα κράτος που όχι απλώς θα είναι αλλά και θα φαίνεται τίμιο. Όπως και η γυναίκα του Καίσαρα!
Τι ωραίο θέμα ενέσκηψε τη συγκεκριμένη περίοδο; Πόσα συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν; Πόσες αφορμές για ηθικολογίες και για συζητήσεις όχι πλέον καφενείου αλλά … αναψυκτηρίου; Και μάλιστα όταν οι αφορμές προέρχονται όχι από κάποιους «απλούς» πολίτες αλλά από κάποιους «σύνθετους»(;) πολιτικούς, τα πράγματα κινούνται στα όρια του ευτράπελου και παρόλ’ αυτά είναι ικανά να καταδείξουν την πραγματικότητα που επικρατεί σ’ αυτό που επιμένουμε να χαρακτηρίζουμε «σύγχρονο κράτος»! Το όμορφο της υπόθεσης είναι ότι τίποτε πια είναι ικανό να μας προκαλέσει μεγαλύτερη θλίψη, αφού το σκεφτόμενο κομμάτι του λαού μας έχει πιάσει πάτο, οπότε και σκέφτεται (τι σκεφτόμενο θα ήταν άλλωστε;) τουλάχιστον ας το διασκεδάσουμε!

Το πέρασμα του χρόνου αποτελεί για τους περισσότερους ανθρώπους έναν πραγματικό εφιάλτη! Σε κάθε συνειδητό «τικ» ή έστω «τακ» του ρολογιού οι περισσότεροι δε βλέπουν απλώς το χρόνο να σβήνει, βλέπουν το δικό τους χρόνο να περνά και να χάνεται, χωρίς την παραμικρή πιθανότητα επιστροφής. Κάθε ώρα, λεπτό, δευτερόλεπτο ή δέκατο του δευτερολέπτου που περνούν είναι εξαιρετικά απίθανο να μας επιστραφούν, αφού παρά τα εξαιρετικά βήματα προόδου της επιστήμης, κανένας μα κανένας δε στρώθηκε στη δουλειά με στόχο την εφεύρεση μιας … «μηχανής του χρόνου»!


Το ελληνικό σχολείο είναι νεκρό! Η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της έρευνας του Διεθνούς Προγράμματος για την Αξιολόγηση των Μαθητών (PISA) του 2006 που διενεργήθηκε από τον ΟΟΣΑ υπήρξε απλώς η ταφόπλακα. Για μια ακόμη φορά η θέση κατάταξης του ελληνικού σχολείου ήταν περίπου η ίδια με τις προηγούμενες. Στην τελευταία έρευνα η χώρα μας καταλαμβάνει την 28η θέση μεταξύ των 30 χωρών μελών του ΟΟΣΑ που πήραν μέρος. Ο θρήνος μεγάλος και οι δικαιολογίες από τους άμεσα εμπλεκομένους -εκπαιδευτικούς, συνδικαλιστές, υπουργείο- πολλές. Η ουσία, όμως, παραμένει, εδώ και πολλά χρόνια, η ίδια. Θαύματα στην εποχή μας δε γίνονται, οπότε δεν προσδοκώ ανάσταση νεκρού και το σχολείο θα παραμείνει έτσι, δηλαδή, νεκρό!




Κάπως έτσι θα μπορούσαν να ξεκινούν, στο άμεσο μέλλον, αγγελίες κομμάτων, διεθνών οργανισμών αλλά και εθνικών κρατών σε μια προσπάθεια εντοπισμού ατόμων με γνωρίσματα τα στοιχεία εκείνα που καθιστούν κάποιον ικανό να χαρακτηριστεί ως ηγέτης. Και θα μπορούσαν να συνεχίζουν, «... με ισχυρή προσωπικότητα, με βαθιά γνώση της εποχής και ικανότητα να διαβλέπουν και να αξιοποιούν στο έπακρο τις προοπτικές. Παρέχεται υψηλή αμοιβή και μια σίγουρη θέση... στην παγκόσμια ιστορία»!
Τα περισσότερα παιδιά είδαν τις εικόνες, διάβασαν τις λέξεις, ίσως και να γέλασαν με την απάντηση των πιτσιρικάδων, αλλά μέχρι εκεί! Αποτέλεσμα ή να μην έχουν υλικό για σχολιασμό ή να οδηγούνται σε γενικότητες και αοριστίες.
Τέτοια περίπου εποχή κάθε χρόνο, με ξετρελαίνει να παρακολουθώ τις αναλύσεις, τους βαθυστόχαστους προβληματισμούς, τις αντικρουόμενες θέσεις και να κατανοώ την αγωνία ορισμένων να φτάσουν στην ουσία του θέματος των σχολικών καταλήψεων! Γράφω «περίπου», γιατί οι καταλήψεις είναι πια θεσμός για τη χώρα μας, αφού για κανέναν δεν αποτελούν έκπληξη. Όλοι τις περιμένουμε, όπως και τα Χριστούγεννα, απλώς δεν ξέρουμε πότε ακριβώς, γιατί η περίοδός τους δε χαρακτηρίζεται από ακρίβεια. Οπότε είναι κάτι σαν Πάσχα, απλώς λίγο πιο χαρωπές!







