Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2024

Οδός Αρμονίας

Ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών, το τελευταίο διάστημα, οι συζητήσεις και οι εντάσεις γύρω από αυτό το θέμα, μου θύμισαν ένα απόσπασμα από το βιβλίο μου, "Εγχειρίδιο Επιβίωσης" και όσα έγραφα το μακρινό... 2006 για τις αλλαγές του θεσμού της οικογένειας.

[...]
Δίπλα στις παραδοσιακές μορφές του θεσμού -της πατριαρχικής που, δυστυχώς, συνεχίζει να υφίσταται με αρκετές δόσεις αυταρχικότητας και της πυρηνικής- έρχεται να προστεθεί μια ποικιλία νέων, οι οποίες ως προς τις αξίες και τις αρχές δείχνουν να στηρίζονται στα γνωρίσματα της πυρηνικής, της οποίας, μάλλον, θα πρέπει να θεωρηθούν παρακλάδια.
Δεν βρισκόμαστε μακριά από την εποχή που όλες αυτές οι μορφές θα συνυπάρχουν στην ίδια γειτονιά και σε διπλανά σπίτια. Τα μέλη τους θα συναντώνται στο super market, θα εργάζονται στους ίδιους χώρους, θα πίνουν τον καφέ τους σε διπλανά τραπέζια, θα συνεργάζονται για την αντιμετώπιση κοινών προβλημάτων της κοινότητας και, φυσικά, θα ξεπροβοδίζουν κάθε πρωί τα παιδιά τους για το σχολείο μέσα σε ένα πανδαιμόνιο διαφορετικότητας.

Η κατάσταση θα μπορούσε να είναι κάπως έτσι:

Η πόρτα του λίγο… κιτς σπιτιού της «οδού Αρμονίας» άνοιξε, απαντώντας στον ήχο της κόρνας του λαμπερού κατακίτρινου σχολικού λεωφορείου που περίμενε ήδη στον όμορφο, κατάφυτο δρόμο τον Κωνσταντίνο και την Ευτυχία. Τα δυο παιδιά, με μάτια νυσταγμένα, ακόμη κόκκινα από τον ύπνο, ξεπρόβαλαν συνοδευόμενα από τους γονείς τους, την κυρία Σούλα και τον κύριο Πασχάλη που προσπαθούσαν να ταχτοποιήσουν τα βλαστάρια τους. Μετά τους απαραίτητους, γεμάτους τρυφερότητα ασπασμούς, τα παιδιά κατευθύνθηκαν τρέχοντας προς την ανοιχτή πόρτα του λεωφορείου, για να καταλάβουν τις θέσεις τους.
Την ίδια στιγμή, στην απέναντι πλευρά του δρόμου, η μικρή Ζωή φιλούσε τη μαμά της, την Αλεξάνδρα. Η Αλεξάνδρα ήθελε πάντα να αποκτήσει ένα παιδί αλλά ποτέ δεν συμβιβάστηκε με την ιδέα ότι για να πραγματοποιήσει το όνειρό της, θα έπρεπε να αποκτήσει κι έναν σύζυγο που θα περιόριζε τις επαγγελματικές φιλοδοξίες της στον χώρο του εμπορίου και την ελευθερία της. Έτσι, εδώ και λίγα χρόνια, ζούσε με την κόρη της, την οποία μεγάλωνε με ιδιαίτερη φροντίδα. Η ίδια ένιωθε ολοκληρωμένη και ισορροπημένη μετά την απόκτηση του παιδιού και δεν έκρυβε από κανέναν ότι επιτέλους η ζωή της ήταν τόσο γεμάτη όσο ποτέ.
Καθώς απομακρυνόταν, η Ζωή πρόσεξε την κλεφτή ματιά που έριξε η μαμά της, λίγο πριν κλείσει την πόρτα του αυτοκινήτου της, στον Τζωρτζ -τον ένοικο του γειτονικού σπιτιού. Ο Τζωρτζ είχε μετακομίσει πολύ πρόσφατα στην περιοχή, αφού μετά το διαζύγιό του, ανέλαβε τη φροντίδα του γιου του Έρικ, -συνομηλίκου  της Ζωής- αλλά και τη διεύθυνση του νομικού γραφείου της εταιρείας του στην περιοχή. Τόσο ο ίδιος όσο και η πρώην γυναίκα του συμφώνησαν ότι μια τέτοια αλλαγή θα λειτουργούσε θετικά και ανανεωτικά για όλους. Άλλωστε η πόλη και ιδιαίτερα η συγκεκριμένη περιοχή φημιζόταν για την ηρεμία, την ομορφιά αλλά και για τα προοδευτικά σχολεία της. Η Ζωή, μάλλον, καλόβλεπε το ενδιαφέρον της μαμάς της για τον καινούριο γείτονα, αφού ήδη η ίδια είχε συμπαθήσει ιδιαίτερα τον Έρικ.
Λίγο πιο κάτω ο Νίκος και η Χριστίνα επιστράτευαν όλο το κουράγιο και την υπομονή τους για να ταχτοποιήσουν τα δικά τους βλαστάρια, λίγο πριν την επιβίβασή τους στο «σχολικό». Είχαν παντρευτεί πριν πέντε χρόνια, έχοντας ήδη ζήσει και οι δυο την εμπειρία ενός αποτυχημένου γάμου. Η οικογένεια αριθμούσε τρία παιδιά, την Έφη, κόρη του Νίκου από τον πρώτο γάμο του, τον Πέτρο, γιο της Χριστίνας από τον προηγούμενο γάμο της και τον μικρό Γιάννη, παιδί που είχαν αποκτήσει μαζί. Τόσο ο Νίκος όσο και η Χριστίνα φημίζονταν για τον ήπιο χαρακτήρα τους, στοιχείο που δεν κατάφερνε να διαταράξει ούτε το «κομφούζιο» που συχνά επικρατούσε στο σπίτι. Έλεγαν ότι είχαν διδαχτεί πάρα πολλά από τα λάθη που είχαν κάνει στις προηγούμενες σχέσεις τους. Τα δύο μεγαλύτερα παιδιά προχώρησαν προς το λεωφορείο κρατώντας προστατευτικά από το χέρι το μικρότερο μέλος της νέας οικογένειάς τους. Έδειχναν και ήταν πολύ αγαπημένα.
Στην παρέα των παιδιών δεν άργησαν να προστεθούν ακόμη δύο. Ήταν ο Κάρλο κι ο Γιώργος. Ο Κάρλο -«παιδί της Γενετικής» τον αποκαλούσαν καλοπροαίρετα και ο ίδιος, μάλλον, χαιρόταν αυτή την ιδιαιτερότητά του- ζούσε με τους γονείς του, την Υβέτ και την Κλόντια. Και οι δυο γονείς θεωρούνταν ανερχόμενα αστέρια στον χώρο της διαφήμισης, αφού η εταιρεία που είχαν ιδρύσει, λίγα χρόνια πριν, εξελισσόταν με ραγδαίους ρυθμούς. Ο Κάρλο αισθανόταν πολύ υπερήφανος και για τις δυο τους και χαιρόταν ιδιαίτερα που η σύγχρονη επιστήμη και τεχνολογία είχε βοηθήσει να έρθει στον κόσμο ο ίδιος.
Χαμογέλασε στον Γιώργο με ένα πλατύ χαμόγελο και τον χτύπησε στην απλωμένη παλάμη. Ο Γιώργος, ζούσε με τον παππού και τη γιαγιά, αφού οι γονείς του αναγκάζονταν, λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, να λείπουν για μεγάλα διαστήματα. Αυτή την περίοδο ο πατέρας του βρισκόταν στο Παρίσι, όπου συμμετείχε σε ένα συνέδριο οικονομολόγων ενώ η μητέρα του, έχοντας την ευθύνη της οργάνωσης του νέου ερευνητικού κέντρου ψηφιακής τεχνολογίας, που δημιουργούσε η εταιρεία της στη Μαδρίτη, θα έλειπε για τις επόμενες τρεις εβδομάδες.
Τα δυο τελευταία παιδιά έπαιρναν τις θέσεις τους μέσα σε ένα πανδαιμόνιο φασαρίας, γέλιου και σχπλίων και όλα πια ήταν έτοιμα για την προκαθορισμένη πορεία προς το σχολείο. Από το επόμενο σπίτι με τον πανέμορφο κήπο δεν υπήρχαν επιβάτες. Οι ένοικοί του, η Γεωργία και ο Φώτης, συζούσαν για πάνω από μια δεκαετία αλλά είχαν αποφασίσει να μην αποκτήσουν παιδιά, γεγονός που δεν είχε σχέση με την αγάπη τους γι αυτά. Άλλωστε δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις που αναλάμβαναν τη φιλοξενία των παιδιών των γειτόνων τους, κάθε που παρουσιαζόταν η ευκαιρία ή κάποια ανάγκη. Στο συγκεκριμένο σπίτι θα μαζεύονταν όλες οι οικογένειες το απόγευμα για να γιορτάσουν τα γενέθλια της Γεωργίας. Αυτή και ο Φώτης φημίζονταν για τις υπέροχες λιχουδιές που ετοίμαζαν σε παρόμοιες περιπτώσεις και τα παιδιά περίμεναν με αγωνία τη στιγμή που λαίμαργα θα έπεφταν με τα μούτρα στο παγωτό που ετοίμαζαν γι αυτά. Δεν ήταν καθόλου τυχαίο ότι τα ζαχαροπλαστεία του ζευγαριού αποτελούσαν μια από τις μεγαλύτερες αλυσίδες της περιοχής.
Το λεωφορείο βρυχήθηκε ξεκινώντας, έστριψε στη γωνία και απομακρύνθηκε κατευθυνόμενο προς το σχολείο, ώσπου έγινε μια μικρή κίτρινη κουκίδα στον ορίζοντα και για όλους αυτούς τους συνηθισμένους ανθρώπους ξεκινούσε μια ακόμη συνηθισμένη μέρα, σε μια συνηθισμένη γειτονιά, στην «οδό Αρμονίας».

Ίσως για ορισμένους όλα αυτά δεν αποτελούν κάτι το συνηθισμένο, ίσως μάλιστα και να θεωρούνται σενάριο επιστημονικής φαντασίας πολύ μακρινό και μάλλον ανεφάρμοστο ενώ κάποια σημεία μπορεί και να δημιουργούν την αίσθηση του ανήθικου και του αφύσικου. Δεν θα είναι, όμως, η πρώτη φορά που μια προοπτική μπορεί να φαντάζει ως τρομακτικό σενάριο νοσηρής σκέψης σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή και με την πάροδο λίγων ετών εξελίσσεται σε μια άκρως αποδεκτή καθημερινότητα καταλαμβάνοντας χώρο στη ζωή των ανθρώπων.
Ας θυμηθούμε, για παράδειγμα, τις εντάσεις, τις συγκρούσεις, τις φοβίες, τα δράματα και τους αφορισμούς που είχε προκαλέσει πριν λίγες μόλις δεκαετίες η εφαρμογή της τεχνητής γονιμοποίησης. «Τα παιδιά του σωλήνα», όπως αποκαλούνταν οι καρποί της νέας, τότε, επιστημονικής μεθόδου και τεχνολογίας, αποτελούσαν πρωτοσέλιδα και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που σε κάθε παρόμοια είδηση σταυροκοπιόνταν και κουνούσαν το κεφάλι τους γεμάτοι φόβο για όσα επρόκειτο να συμβούν. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που αποσβολωμένοι παρακολουθούσαν την απήχηση που γνώριζε η νέα μέθοδος στις τάξεις των άτεκνων ζευγαριών. Ορισμένοι, μάλιστα, έφταναν σε σημεία τραγικότητας και προέβλεπαν ακόμη και τη συντέλεια του κόσμου επικαλούμενοι την οργή του Θεού που θα έστελνε «φωτιά να μας κάψει». Σήμερα, τα παιδιά της υποβοηθούμενης κύησης ζουν ανάμεσά μας, είναι συμμαθητές των παιδιών μας στο σχολείο, κάποια άλλα είναι ήδη επιστήμονες, καλλιτέχνες και αύριο θα είναι πολιτικοί, θρησκευτικοί παράγοντες ή ό,τι άλλο. Η συγκεκριμένη μέθοδος είναι πια αποδεκτή όπως και οποιαδήποτε άλλη θεραπεία για την αντιμετώπιση προβλημάτων υγείας ενώ δεν είναι λίγα τα ζευγάρια που ένιωσαν τη χαρά της απόκτησης ενός παιδιού χάρη στη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας.
Η κατάσταση που εδραιώνεται, ταχύτατα, μάλλον θυμίζει ένα πολυκατάστημα με προϊόντα για όλα τα γούστα και για όλες τις δυνατότητες. Ο καθένας, με βάση τις αντιλήψεις του, τα πιστεύω του και τα όνειρά του έχει -πολύ περισσότερο θα έχει στο άμεσο μέλλον- τη δυνατότητα να επιλέξει την οικογένεια που θέλει να αποκτήσει. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι και όλοι οι υπόλοιποι θα αποκτήσουν την ίδια οικογένεια! Το ένα και μοναδικό πρότυπο - αυθεντία έχει εξαφανιστεί και ήδη γίνεται λόγος για πολλά πρότυπα, ευτυχώς, όμως, όχι και για αυθεντίες. Είναι σίγουρο ότι η εξάπλωση νέων μορφών οικογένειας θα καλύψει σύντομα ένα μεγάλο ποσοστό της κοινωνίας μας.
Και, βέβαια, όσοι αναρωτιούνται «τι σόι παιδιά θα βγουν από τις οικογένειες αυτές», καλό θα ήταν να επανεξετάσουν τι παιδιά «βγάζουν» οι σημερινές… «φυσιολογικές» οικογένειες και τότε, μάλλον, θα αναθεωρήσουν και θα κατανοήσουν ότι η ποιότητα της διαπαιδαγώγησης δεν εξαρτάται από τη δομή και τη σύνθεση του θεσμού αλλά από τη διάθεση, το ενδιαφέρον, το επίπεδο και τους στόχους των γονιών. Ίσως με τον τρόπο αυτό γίνουν πιο ανεκτικοί και τελικά ευπροσάρμοστοι σε όσα πρόκειται να συμβούν.
Ένα πράγμα είναι βέβαιο! Οι μελλοντικές συγκεντρώσεις γονέων και κηδεμόνων στο σχολείο του μέλλοντος ελάχιστη σχέση θα έχουν με την εικόνα και την τυπικότητα του παρελθόντος. Όσο για τις συζητήσεις και τα προβλήματα που θα εκτίθενται εκεί… . Αυτό είναι μεγάλη ιστορία και, μάλλον, θα έχει πολλή πλάκα!
"Εγχειρίδιο Επιβίωσης", σελίδες 90-96


Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2024

3%

Είχα δυο χρόνια να τον συναντήσω. Μπορεί να τα λέμε, κάπου κάπου, διαδικτυακά -μαθαίνω τα νέα του, του δίνω συμβουλές, όταν τις ζητάει και μου προσφέρει τα φώτα του για τις εξελίξεις- αλλά άλλο πράγμα η άμεση επαφή. Ήρθε στη Λάρισα για διακοπές λίγων ημερών, αφήνοντας την πανέμορφη πόλη, στην οποία ζει, σπουδάζει και εργάζεται, τα τελευταία χρόνια. Κάπου μέσα στο βαρυφορτωμένο πρόγραμμά του -οικογένεια, φίλοι, κι ένα "θλιβερό reunion", όπως το χαρακτήρισε, με πρώην συμμαθητές- χώρεσε η συνάντησή μας.

"Τελικά, είχατε πολύ δίκιο.", άρχισε την κουβέντα, πριν καλά καλά καθίσουμε. Η αλήθεια είναι ότι μου αρέσει να έχω δίκιο, αν και στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν γνώριζα για ποιο από όλα. Στο απορημένο βλέμμα μου μού απάντησε άμεσα και χωρίς να χρειαστεί την παραμικρή προτροπή. Πάντα έτσι ήταν αυτός.

"Θυμάστε, όταν είμασταν μαθητές, και μας λέγατε ότι η επιτυχία, για κάποιον που πραγματικά τη θέλει, δεν είναι δύσκολη;". Το θυμόμουν πολύ καλά. Άλλωστε συνεχίζω να το πιστεύω, ακράδαντα και να το εκμυστηρεύομαι στις νέες γενιές. "Μας λέγατε ότι πολλοί μπορεί να ισχυρίζονται ότι επιθυμούν κάτι αλλά είναι ελάχιστοι εκείνοι που, πραγματικά, προετοιμάζονται και αγωνίζονται οργανωμένα γι αυτό. Ότι δεν υπάρχει ανταγωνισμός για εκείνους που θέλουν να κινηθούν σε υψηλό επίπεδο. Ότι ο ανταγωνισμός θα επιβαρύνει και θα ανησυχεί όσους επιλέγουν να κινηθούν σε δεδομένους και, συχνά, ξεπερασμένους δρόμους, στους οποίους συσσωρεύεται η μάζα. Κι εμείς οι ανόητοι -τα βλαμμένα- το αμφισβητούσαμε και αντιδρούσαμε και εκφράζαμε τις ανησυχίες μας, πιστεύοντας ότι πετάτε στα σύννεφα. Ε, λοιπόν, είχατε απόλυτο δίκιο. Μέχρι στιγμής, τα πράγματα πηγαίνουν, όπως τα είχα σχεδιάσει. Μετά τη σχολή, με δέχτηκαν στο διδακτορικό που επιθυμούσα και, παράλληλα, εργάζομαι για μια από τις πιο ισχυρές εταιρείες του κλάδου μου. Ασχολούμαι με κάτι που με ενδιαφέρει πολύ και αμείβομαι τόσο όσο δεν είχα ποτέ φανταστεί. Μέχρι πριν λίγο καιρό είχα την αίσθηση ότι δεν έχω κάνει κάτι που δεν θα μπορούσαν κι άλλοι να το κάνουν. Πλέον, έχω αναθεωρήσει και ασπάζομαι πλήρως την άποψή σας περί επιτυχίας και ανταγωνισμού...".

Για να μου εξηγήσει, μου περιέγραψε την εμπειρία του από το εργαστήριο αλλά και από τον χώρο της δουλειάς του. Αναφέρθηκε σε συνεργάτες και συναδέλφους του, οι οποίοι ξεκίνησαν με υψηλούς στόχους αλλά, σταδιακά, και βλέποντας τις πρώτες δυσκολίες άρχισαν να εγκαταλείπουν. Μου μίλησε για κάποιους που έθεταν προτεραιότητες που τους έβγαζαν από τον δρόμο τους και, σταδιακά, τους "έβγαζαν στην άκρη".

Είχα ξεχάσει πόσο μιλάει και πόσο γρήγορα το κάνει. Τον έβλεπα χαρούμενο κι αυτό μου το μετέδιδε. Και μου αρκούσε. Μιλήσαμε για τη δουλειά του, μου περιέγραψε (όσο μπορούσε να μου δώσει να καταλάβω) το αντικείμενο της έρευνάς του, αρχίσαμε να κουβεντιάζουμε για τη ζωή του, γενικά, τις γνωριμίες που έχει κάνει, για τα ταξίδια του, για τα επόμενα σχέδιά του.

Κάποια στιγμή, πρόλαβα να πάρω τον λόγο και τον παρέπεμψα σε κάποιο πρόσφατο βιντεάκι του TEDx που αναφερόταν στην επιτυχία και κατέληγε στο ότι μόνο ένα 3% έχει, πραγματικά, τη διάθεση να πετύχει και το καταφέρνει ενώ το υπόλοιπο 97%, απλώς, ακολουθεί τις επικρατούσες τάσεις και καταλήγει σε μέτρια αποτελέσματα και σε ατελείωτη γκρίνια για το κακό και άδικο σύστημα. Πρόκειται για το 3% που κάνει αυτό που κάνουν οι λίγοι και κινείται έξω από τα δεδομένα, σκέφτεται διαφορετικά.

Προσωπικά πίστευα -χωρίς να διαθέτω επίσημα ευρήματα επιστημονικών ερευνών- ότι το ποσοστό ήταν μεγαλύτερο. Το τοποθετούσα στο 10%. Μπορεί να είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος. Πάντως, είναι κάτι που συμβαίνει. Πολλοί ισχυρίζονται ότι θέλουν να πετύχουν αλλά αδυνατούν να αναλάβουν την ευθύνη για αυτό. Οι περισσότεροι είναι δέσμιοι εύκολων λύσεων. Για παράδειγμα, οι τελειόφοιτοι μαθητές. Θέλουν να πετύχουν αλλά χωρίς να στερηθούν το παραμικρό. Το μέτρο είναι κάτι άγνωστο γι αυτούς. Αρκετοί γνωρίζουν τα κενά τους αλλά θα δώσουν προτεραιότητα στις πολυήμερες εκδρομές ("Εεε, εντάξει, να μην πάει το παιδί μια εκδρομή;"), στα ξενύχτια των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς ("Εεε, αυτό πείραξε τώρα;"), στην καθημερινή χασούρα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ("Εεε, πώς θα γίνει, να αποκοπεί από όλους το παιδί;") και σε οτιδήποτε άλλο, το οποίο ελάχιστα συμβάλλει στην επίτευξη του... στόχου.

Κάποιοι άλλοι -τελικά, ένα 3%!!!- επενδύει σε πιο ουσιαστικές επιλογές και επενδύει για τη ζωή του σκεπτόμενο μακροπρόθεσμα. Αυτοί, βέβαια, θα θεωρούνται, απλώς, τυχεροί, γιατί οι υπόλοιποι -το 97%!!!- βλέπουν το αποτέλεσμα αδυνατώντας να το συνδέσουν με την πορεία.

Με τον πρώην μαθητή μου (πάντα θα έχει αυτή την ιδιότητα) τα είπαμε για ώρα. Θα μπορούσαμε να τα λέμε για μέρες, οπότε ανανεώσαμε το ραντεβού μας. Φεύγοντας του υπενθύμισα ότι δεν πρέπει να αισθάνεται "τυχερός", να μην υποτιμήσει ποτέ την προσπάθεια που κατέβαλε, μέχρι να φτάσει εκεί που θα φτάσει, ό,τι κι αν του λένε οι άλλοι. 

Τη στιγμή του αποχαιρετισμού θυμήθηκε κάτι ακόμη που τους έλεγα. Τελικά τους έλεγα πάρα πολλά! "Είχατε δίκιο σε κάτι ακόμη". Λατρεύω τέτοιες στιγμές αναγνώρισης. Με φτιάχνουν. "Τυχερός είναι εκείνος που κερδίζει στο τζόκερ. Οι άλλοι παλεύουν".




Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2024

Μια παρανόηση για τον χρόνο και η ανάγκη διευκρίνισής της

Υπάρχει η γέννηση και ο θάνατος.
Το ενδιάμεσο είναι ο χρόνος που διαθέτουμε.
Είναι η ζωή μας.

"Το πρόβλημα είναι 
ότι νομίζετε πως έχετε χρόνο"
Βούδας


Είμαι της γνώμης ότι οι Πρωτοχρονιές έχουν συμβάλει σε μια από τις μεγαλύτερες παρανοήσεις της ιστορίας. Το επαναλαμβανόμενο σκηνικό που στήνεται κάθε χρόνο -αργίες, καλή χρονιά, φεύγει ο παλιός ο χρόνος, ένας καινούριος έρχεται, ευχές για νέα ξεκινήματα κ.τ.λ.- δίνει σε αρκετούς την αίσθηση ότι ο χρόνος είναι κάτι κυκλικό. Κάτι που ολοκληρώνεται και, κάθε τόσο, αρχίζει από την αρχή. Κάτι σαν βιντεοπαιχνίδι. Κάποια στιγμή και λόγω λαθεμένων επιλογών, χάνεις τις ζωές που σου έχουν δοθεί αλλά έχεις τη δυνατότητα της επανεκκίνησης με τα ίδια ακριβώς δεδομένα -εκτός από την εμπειρία. Κάθε γύρος επαναλαμβάνεται, χωρίς αλλαγές. Η πίστα του παιχνιδιού παραμένει αναλλοίωτη, όσες ενάρξεις κι αν προσπαθήσεις. 

Ναι, αλλά στην πραγματική ζωή δεν συμβαίνει το ίδιο.

Πρόκειται για παρανόηση που οδηγεί σε τραγικές αστοχίες και ασυγχώρητο εφησυχασμό. Κάθε χρόνο κάνουμε λάθη, αδιαφορούμε για ευκαιρίες, αφήνουμε μισοτελειωμένες υποχρεώσεις και, τελικά, σπαταλούμε τον... χρόνο που φεύγει σε ευθεία γραμμή, οδηγώντας μας όλο και πιο κοντά στο δεδομένο τέλος.

Αυτή η παρερμηνεία είναι υπεύθυνη για καθυστερήσεις, χαλαρές κινήσεις, μετατόπιση της δράσης και της ανάληψης της ευθύνης για το κοντινό ή το πιο μακρινό μέλλον, για την αδιαφορία μας για ευκαιρίες που παρουσιάζονται και οι οποίες είναι πιθανό να μην ξαναεμφανιστούν κατά τη διάρκεια του χρόνου που μας απομένει. 

Του χρόνου θα διαβάσω περισσότερο, θα είμαι πιο συγκεντρωμένος, πιο υπεύθυνος, πιο δυναμικός, πιο ευγενικός, πιο παραγωγικός, θα αποφύγω επιλογές που δεν μου προσφέρουν το παραμικρό, θα εγκαταλείψω βλακοφίλους που με κρατούν όμηρο της στασιμότητας... Τέτοιες και πολλές παρόμοιες υποσχέσεις δίνουμε στον εαυτό μας ή στους άλλους, έχοντας την πίστη ότι και του χρόνου θα έχουμε τις ίδιες δυνατότητες, τις ίδιες ευκαιρίες, παρόμοιες αντοχές. 
Κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, διαπιστώνουμε ότι μαζί με τον χρόνο μας χάνονται και άλλα. Πρόσωπα που ήταν δίπλα μας και μπορούσαν να μας στηρίξουν, ευκαιρίες τις οποίες θα μπορούσαμε να έχουμε αξιοποιήσει, δυνατότητα διόρθωσης λαθών που πια δεν διορθώνονται, επιλογές που θα μπορούσαν να μας κάνουν καλύτερους και να μας καταστήσουν πιο έτοιμους για όσα έρχονται, περνούν και χάνονται μαζί με τον χρόνο που παρασύρει τα πάντα στο διάβα του αμείλικτα, σαν ορμητικό τσουνάμι. 

Κι όμως, αν κάποιοι μας είχαν διδάξει, εξαρχής, τι σημαίνει χρόνος, ότι κάθε στιγμή που περνάει, εξαφανίζεται χωρίς επιστροφή, τότε είναι βέβαιο ότι θα κινούμασταν διαφορετικά και, μάλλον, πιο δυναμικά και οργανωμένα. Θα συνειδητοποιούσαμε ότι κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή είναι μοναδική και ανεπανάληπτη. Τότε θα αξιοποιούσαμε με περισσότερη προσοχή και μεγαλύτερο σεβασμό ευκαιρίες -για δουλειά, ξεκούραση, διασκέδαση, σχέσεις- που παρουσιάζονται, γνωρίζοντας ότι είναι πολύ πιθανό να μην μας προσφερθούν ποτέ ξανά. Μια τέτοια στάση απέναντι στον χρόνο - ζωή θα άνοιγε τον δρόμο σε περισσότερες και μεγαλύτερες κατακτήσεις.

"Δεν είχα τον χρόνο, δεν πρόλαβα να...", λένε κάποιοι, όταν δεν είναι εντάξει στις υποχρεώσεις τους. Ναι, αλλά δεν σκέφτονται ότι κάποιοι άλλοι τα κατάφεραν και, μάλιστα, έχοντας τον ίδιο, ακριβώς, διαθέσιμο χρόνο. Η διαφορά είναι η στάση του καθενός απέναντι στον χρόνο του. Κάποιοι τον αξιοποιούν ενώ άλλοι τον κακοποιούν βάναυσα.

"Σκοτώνω την ώρα μου", λένε άλλοι, χωρίς να σκέφτονται ότι αυτή η ώρα, την οποία προσπαθούν με ανόητο τρόπο να σκοτώσουν, θα είναι η ώρα που πολύ σύντομα θα τους λείψει.

Ο χρόνος είναι το πιο δημοκρατικό στοιχείο που διαθέτουμε. Για όλους μας η ώρα έχει εξήντα λεπτά, η μέρα έχει εικοσιτέσσερις ώρες. Το ίδιο συμβαίνει με κάθε μήνα και κάθε έτος. Είναι, παράλληλα, και το πιο πολύτιμο. Όσα χρήματα κι αν διαθέτει κάποιος, είναι αδύνατον να αγοράσει περισσότερο χρόνο. 

Λοιπόν, ο επαναπροσδιορισμός της στάσης μας απέναντι στον χρόνο κρίνεται αναγκαίος για τους περισσότερους. Η επανεξέταση του τρόπου εκμετάλλευσης του χρόνου μας, επίσης. Οπότε κλείνω με κάτι που διάβασα και μου άρεσε: "Μην κοιτάζεις το ρολόι, κάνε ό,τι κάνει. Προχώρα." (Sam Levenson).