Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2007

Μόντε Κάρλο γίναμε!!!

Όταν η κομμώτρια αναγορεύεται hair stylist, όταν η διακοσμήτρια βαφτίζεται interior designer, όταν ο ιδιοκτήτης ψιλικατζίδικου χαρακτηρίζεται επιχειρηματίας, όταν η κυρία που δουλειά δεν είχε να κάνει αυτοπροσδιορίζεται ως υπεύθυνη δημόσιων σχέσεων, όταν ο τύπος που μικρός κρατούσε ημερολόγιο χαρακτηρίζεται συγγραφέας, όταν ο μάγειρας τιτλοφορείται chef ή maitre, όταν η σύναξη συγχωριανών για το γάμο της Μαιρούλας, κόρης του θείου Πελοπίδα, βαφτίζεται δεξίωση, τότε κάτι συμβαίνει! Και συμβαίνει γύρω μας και σκέφτομαι ότι ή η πόλη μας εξελίχθηκε σε κοσμοπολίτικο κέντρο παγκόσμιας εμβέλειας, τύπου Μόντε Κάρλο, όπου ξαφνικά το διεθνές jet set, η κοινωνική και οικονομική ελίτ έδωσαν ραντεβού ή ότι κάτι άλλο συμβαίνει! Κι επειδή το πρώτο δεν τεκμηριώνεται από την ειδική βιβλιογραφία, καταλήγω με χαλαρότητα στο δεύτερο.
Κι αυτό το δεύτερο -προειδοποιώ- δεν είναι καθόλου μα καθόλου θετικό. Αντιθέτως είναι κακό και μάλιστα πολύ και ολοφάνερα κακό! Δυστυχώς! Γιατί θα μπορούσε να είναι καλό και ενδεικτικό μιας ιδιάζουσας ευφυΐας στα πλαίσια ενός χιούμορ που επιτρέπει τον ακραίο αυτοσαρκασμό έξω από κάθε όριο αυτοσεβασμού αλλά να… Η συγκεκριμένη σκέψη καταρρίπτεται, εξαιτίας της κατάφωρης απαιδευσιάς όσων συμμετέχουν στο πανηγύρι γκλαμουριάς που έχει στηθεί γύρω μας. Και ως γνωστόν αυτοσαρκασμός με απαιδευσιά απέχουν όσο ο Βόρειος από το Νότιο Πόλο κι ακόμη περισσότερο.
Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι η μανιώδης αναζήτηση και επίδειξη της ψευτο-κοσμοπολίτικης γκλαμουριάς που έχει ενσκήψει τελευταίως είναι φυσιολογική έκφραση της ελίτ μιας κοινωνίας και της πλούσιας σε κουλτούρα παράδοσής της αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση ούτε αυτό ισχύει. Μια απλή έστω εξέταση της ιστορικής προέλευσης του κοινωνικού ιστού της πόλης μας ακυρώνει οποιαδήποτε τέτοια σκέψη. Αυτό μόνο ένας εξωγήινος -με χαμηλό δείκτη νοημοσύνης- που ξαφνικά θα εμφανιζόταν στην πόλη μας θα μπορούσε να το σκεφτεί αλλά για τους περισσότερους γήινους του συγκεκριμένου τόπου και της Ελλάδας γενικότερα, Λάρισα και ελίτ -πνευματική ή κοινωνική- για να συναντηθούν απαιτείται διαπλανητικό ταξίδι. Κι αυτό δεν είναι αναγκαστικά ευτύχημα ή δυστύχημα. Δεν είναι ούτε για στενοχώρια ούτε για χαρά. Απλώς έτσι είναι!
Αλλά ρε παιδιά ένα όριο, μια σοβαρότητα, ένα κατιτίς τέλος πάντων, ώστε να αποφύγουμε τον εθνικό διασυρμό; Δηλαδή, μόνοι μας τα βγάζουμε τα ματάκια μας και μετά μας φταίνε οι άλλοι οι κακοί που μας φθονούν και μας ζηλεύουν και γι αυτό μας υποτιμούν; Όλοι αυτοί οι νεόκοποι, νεόπλουτοι, νεοαθεόφοβοι καραγκλάμουροι θα αισθάνονται κι άσχημα όταν οι άλλοι θα τους «στολίζουν» με τα ουκ ολίγα ρατσιστικά κοσμητικά που έχουν αποδοθεί κατά καιρούς σ’ εμάς τους Λαρισαίους; Μα τι να κάνουν και οι άλλοι με τόση σωρευμένη φαιδρότητα που μας έχει κατακλύσει προσφάτως;
Δηλαδή, για να ’χουμε καλό ’ρώτημα, πώς θα αντιδρούσε ένας -ακόμη και μέτριας λογικής- άνθρωπος μαθαίνοντας ότι ξαφνικά και από το πουθενά στο Νεραϊδοχώρι -το ορεινό χωριό μου- εμφανίστηκε μια κοσμική ομάδα, μια κοινωνική και οικονομική ελίτ; Ε, πώς θα σας φαινόταν; Μωρέ θα σπαρταρούσατε σαν το ψάρι που διάγει τις τελευταίες στιγμές του έξω από το νερό βλέποντας φωτογραφίες από τις κοσμικές ταβέρνες του χωριού όπου η γιαγιά Ευθαλία τρώει και γλεντοκοπάει με την παρέα της! Το ίδιο και χειρότερα θα νιώθατε διαβάζοντας συμβουλές από τη θεία Βάγγιω για το πώς να περάσετε τα Χριστούγεννα ξοδεύοντας μόνο μερικές χιλιάδες ευρώ! Πόσο σοβαρά, αλήθεια, θα αντιμετωπίζατε τις προτάσεις του χασάπη του χωριού για τα πιάτα που πρέπει να αποτελούν το τραπέζι των ημερών και πώς θα συγκρατούσατε τα δάκρυα γέλιου διαβάζοντας τη στήλη της κυρα Βαγγελιώς για την ανάγκη διατήρησης του country style στη διακόσμηση για τις μέρες των γιορτών;
Αν όλα αυτά φαντάζουν ως εξόχως σπαρταριστό ανέκδοτο άλλο τόσο ξεχειλίζουν από φαιδρότητα τα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Γιατί, όταν ο «επαρχιώτης» δεν προσπαθεί να ξεφύγει από την απαιδευσιά του αλλά απλώς παλεύει να τη συγκαλύψει, τότε το πράγμα φαντάζει τόσο γελοίο όσο κι ένα ψάρι έξω από το νερό και ο ίδιος δείχνει τόσο ανόητος όσο και μια τυρόπιτα! Και όταν δεν έχει κατά νου να αποκτήσει εφόδια, να καλλιεργηθεί, να αναζητήσει, ώστε να ξεφύγει από τις ανασφάλειές του αλλά προσπαθεί απλώς να στολίσει με χρυσάφι την αίσθηση κατωτερότητας, το στίγμα του «χωριάτη» που τον κατατρύχει, την απαιδευσιά που κουβαλάει, τότε το πράγμα καταντάει τόσο γελοίο όσο κι ένα ραδίκι με πέρλες σε δεξίωση στο Μέγαρο Μουσικής.
Όλη αυτή η αγωνία για το κοσμικό, το γκλαμουράτο, το λαμπερό δεν εκφράζει παρά την ανασφάλεια γι αυτό που πραγματικά είναι ο καθένας, το άγχος και την πικρία για τις καταβολές του. Όλα αυτά τα φώτα, τα λούσα και η επιδίωξη δημοσιότητας δε θα ήταν καθόλου άσχημα, αν πήγαζαν από ένα αντίστοιχο παρελθόν κι αν συνοδεύονταν από μια κουλτούρα και αισθητική με ρίζες στην παράδοση. Σε κάθε άλλη περίπτωση καταλήγουν γραφικά στοιχεία βγαλμένα από τον «Αρχοντοχωριάτη» του Μολιέρου. Θα συνιστούσα, μάλιστα, σε όλους αυτούς τους νεογκλαμουράτους που μας έχουν προκύψει να διαβάσουν το συγκεκριμένο έργο, μπας και καταλάβει η γκλάβα τους πώς τους αντιμετωπίζουν οι λογικοί που έχουν εναπομείνει. Ίσως με τον τρόπο αυτό καταφέρουν να περισώσουν κάτι από την αξιοπρέπειά τους.
Αν πάλι θέλουν, σώνει και καλά, να αποτινάξουν όσα κουβαλούν, καλό είναι να ξεκινήσουν από αλλού, γεγονός δύσκολο έως ακατόρθωτο, γιατί κάθε προσπάθεια βελτίωσης της προσωπικής εικόνας αρχίζει από αυτό που λέγεται καλλιέργεια κι αυτή, δυστυχώς, δε συμπεριλαμβάνεται στα δώρα του Αϊ Βασίλη! Αν δεν ξεκινήσει από εκεί, τότε καταλήγει σε καταστάσεις γελοίες, ανόητες και κυρίως μάταιες! Γιατί τελικά, δεν είσαι αυτό που δηλώνεις ότι είσαι -όσο κι αν φημολογείται το αντίθετο- αλλά αυτό που αποπνέεις. Κι εδώ η γραφικότητα περισσεύει!


*Ο κ. Ζάχος δηλώνει ότι πρόσωπα και τοποθεσίες
του κειμένου είναι τελείως φανταστικά

Δεν υπάρχουν σχόλια: