Παρασκευή 14 Αυγούστου 2020

Λατρεύοντας τους Δεινόσαυρους

 

            Ακούγονται έντονα, όλο και πιο συχνά, όλο και πιο δραματικά. Οι φωνές επαγγελματιών που πλήττονται από την Covid-19 έχουν μια λογική αλλά είναι αδύνατον να εισακουστούν από κάποιον «Μεσσία».

            Η απόγνωση, που οφείλεται στην πραγματικότητα που διαμορφώνεται σε αρκετούς κλάδους, είναι αναμενόμενο να οδηγεί σε απαιτήσεις που, όμως, δύσκολα μπορούν να υλοποιηθούν. Επαγγελματίες που ασχολούνται με τη διασκέδαση, τον τουρισμό, τις μεταφορές, τα ακίνητα, βρέθηκαν ξαφνικά μπροστά σε απρόβλεπτα δεδομένα. Τεράστιες ή μικρότερες επενδύσεις στους συγκεκριμένους κλάδους, προσδοκίες εύρεσης εργασίας, σχέδια, διαψεύδονται οδηγώντας σε καταστάσεις δραματικές.

            Είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο; Είναι πρωτόγνωρη η απόγνωση που επιφέρει μια απρόσμενη εξέλιξη; Σίγουρα όχι. Πρόκειται για συνθήκη ιστορικά επαναλαμβανόμενη. Το ότι βιώνουμε τη συγκεκριμένη, την καθιστά για εμάς πιο έντονη από εκείνες για τις οποίες απλώς διαβάζουμε σε βιβλία ιστορίας. Όπως, όμως, οι προηγούμενες, έτσι και η συγκεκριμένη κατάσταση δεν πρόκειται να οδηγήσει στην απόλυτη καταστροφή. Σίγουρα θα επιφέρει λυπηρές για κάποιους ανατροπές ενώ για άλλους θα αποτελέσει αφορμή για κινητοποίηση και επιτυχία.

            Το βέβαιο είναι ότι δεν υφίσταται δύναμη αρκετά ισχυρή να αναστρέψει την αλλαγή που έχει πυροδοτήσει η πανδημία. Δεν υπήρξε ιστορικό προηγούμενο και μάλλον δεν πρόκειται να συμβεί και τώρα.

 

            Σε παλιότερο κείμενο, με τίτλο «Κυνηγοί Δεινοσαύρων» παρατηρούσα:  

«…Λοιπόν, όσα ζούμε, δεν είναι πρωτόγνωρα. Μεταβάλλονται οι ρυθμοί αλλά τα πάντα είναι ένας διαρκής και ζαλιστικός κύκλος. Ο ανατριχιαστικός πανικός, η καταθλιπτική απόγνωση και ο θορυβώδης… θόρυβος ως προς τα “αδιέξοδα της αγοράς εργασίας” δεν αποτελούν προνόμια της εποχής μας. Επαναλαμβάνονται από την εποχή των δεινοσαύρων. Την επαγγελματική αβεβαιότητα λογικά βίωσαν οι κυνηγοί δεινοσαύρων μετά το βίαιο αφανισμό του συγκεκριμένου είδους, οι κατασκευαστές Κιβωτών με το πέρας του κατακλυσμού, οι αμαξάδες με την έλευση των αυτοκινήτων, οι μικροί λούστροι με την εμφάνιση εύχρηστων βερνικιών για τα παπούτσια, οι καρεκλάδες με την εξάπλωση του IKEA, οι αντιγραφείς βιβλίων με την εφεύρεση του Γουτεμβέργιου…».

 

Στο «Εγχειρίδιο Επιβίωσης» παλιότερα έγραφα:

«…Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε με πολλά ακόμη παραδείγματα αλλά το βρίσκω άσκοπο. Ίσως πρέπει να σκεφτούμε κάτι πιο απλό, για να γίνει απολύτως κατανοητό ότι αυτό που ζούμε σήμερα συνέβη και κατά το παρελθόν. Υφίστανται σήμερα όλα τα επαγγέλματα του παρελθόντος; Πού είναι ο παραδοσιακός τσαγκάρης, που βρίσκεται ο γανωματής, πόσοι «καρεκλάδες» έχουν απομείνει να τριγυρνούν στις γειτονιές; Τελικά το ίδιο συνέβαινε πάντα! Στο μυαλό μου έρχονται αρκετές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου της δεκαετίας του ’60, με τις οποίες μεγάλωσαν γενιές και γενιές. Δεν ήταν λίγες εκείνες που εμπνεύστηκαν από παρόμοιες καταστάσεις και μας συγκίνησαν κάποτε είτε με τον πλανόδιο έμπορο που τριγυρνούσε με την πραμάτεια του στις γειτονιές και έβλεπε τη δουλειά του να δέχεται πλήγματα από τα μεγάλα εμπορικά είτε με τοn φτωχό λατερνατζή που δεν έβρισκε κοινό για να το διασκεδάσει και να βγάλει “τα προς το ζην”. Για να μη θυμηθώ, βέβαια, τον μικρό λουστράκο που έκανε τη μητέρα μου να κλαίει σπαραχτικά με την πίκρα και τον πόνο που απέπνεε. Λοιπόν! Πού είναι σήμερα όλοι αυτοί οι επαγγελματίες; Λούστρους και πλανόδιους εμπόρους θα συναντήσει κανείς πια μόνο σε χώρες του Τρίτου Κόσμου αλλά δεν πιστεύω ότι θα ζήλευε και τις συνθήκες ζωής τους.».

 

Και σήμερα, σε άρθρο του Παύλου Παπαδόπουλου με τίτλο «Κορωνοϊός και δεινόσαυροι» (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ) διαβάζω:

«Φανταστείτε ότι βρισκόμαστε στον 19ο αιώνα και κάποιοι υποστήριζαν ότι ανεξάρτητα από την επέκταση του σιδηροδρόμου θα πρέπει οι άνθρωποι να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν για τις μετακινήσεις τους τα γαϊδούρια και τα άλογα. Γιατί αν τα εγκαταλείψουν τότε τι θα γίνουν τόσοι αχυρώνες, τόσα εκτροφεία ίππων, τόσοι επαγγελματίες πεταλωτές; Θα καταστραφεί η τοπική οικονομία. Αυτή η σκέψη έρχεται στον νου όταν βλέπουμε μερίδα του αγγλικού Τύπου να παρακινεί τις Αρχές να πάρουν μέτρα έτσι ώστε οι υπάλληλοι να επιστρέψουν στα γραφεία τους και να πάψουν να εργάζονται από το σπίτι τους γιατί διαφορετικά θα χρεοκοπήσουν τα καταστήματα, τα ρεστοράν και τα μέσα μεταφοράς. Δηλαδή, για να διασωθούν αυτές οι επιχειρήσεις θα πρέπει να αγνοήσουν οι άνθρωποι την πρόοδο της τεχνολογίας και να επιμείνουν να μετακινούνται αρκετές ώρες κάθε μέρα, φορώντας μάσκες, για να εργαστούν μέσα σε γυάλινους ουρανοξύστες όπου ανακυκλώνεται ύποπτος αέρας.».

Τετάρτη 12 Αυγούστου 2020

Οδηγώντας γρήγορα

 «Αν νομίζεις ότι τα έχεις όλα υπό έλεγχο,

τότε δεν τρέχεις αρκετά γρήγορα.»

Mario Andretti

 

            Ο M. Andretti υπήρξε οδηγός αγώνων Formula 1, IndyCar, Sportscar και NASCAR. Άρα ο τύπος γνωρίζει καλά από ταχύτητα. Βέβαια, θα πει κάποιος, γνωρίζει από ταχύτητα ως οδηγός αγωνιστικών αυτοκινήτων, οπότε τα λόγια του αναφέρονται σε εκείνους που ενδιαφέρονται για σταδιοδρομία στον συγκεκριμένο χώρο.

            Θα μπορούσαν να έχουν δίκιο αλλά δυστυχώς δεν έχουν. Τα λόγια του θα έπρεπε να έχουν απασχολήσει όλους, οδηγούς και μη. Το ζούμε τις τελευταίες δεκαετίες σε πολλά επίπεδα. Κι ενώ έχει γίνει σλόγκαν η φράση «ζούμε στην εποχή της ταχύτητας», ελάχιστοι -και πάλι σε κάθε επίπεδο- το αντιλαμβάνονται, το αξιοποιούν και ρυθμίζουν τις επιλογές τους με βάση αυτό το δεδομένο.

            Η πλειονότητα κινείται με ρυθμούς χελώνας σε μια εποχή που χρειάζεται λαγούς. Απόδειξη η αδυναμία και η έλλειψη διάθεσης των περισσοτέρων να αποδεχτούν την αλλαγή ως κάτι υπαρκτό και διαρκές και όχι ως κάτι παροδικό που, ως δια μαγείας, θα εξαφανιστεί δίνοντας τη θέση του και πάλι στην κανονικότητα του παρελθόντος και στην αργόσυρτη μεταβολή προηγούμενων περιόδων του πολιτισμού.

            Τελευταία αφορμή για τις σκέψεις αυτές η Covid-19 που φαίνεται να γράφει με ανεξίτηλα γράμματα τη νέα κανονικότητα (που δεν είναι μία αλλά πολλές) διαμορφώνοντας διαρκώς νέες συνθήκες. Οι περισσότεροι, αντί να προσπαθούν να αντιληφθούν τι ακριβώς συμβαίνει και τι έπεται, επιλέγουν μια μίζερη στάση, την γκρίνια, την κακομοιριά, τον πόνο γι αυτό που ταχύτατα, σχεδόν βίαια, εξαφανίζεται και χάνουν. Αναζητούν τους υπευθύνους για ό,τι συμβαίνει (στον τουρισμό, τη διασκέδαση, τις συνθήκες εργασίας) αλλά και μια πατρική προστασία -συνήθως από τις κυβερνήσεις και τους πολιτικούς που τις ελέγχουν. Λες και είναι ικανοί οι πολιτικοί να περιορίσουν την ταχύτητα των εξελίξεων και τη βιαιότητα της ανατροπής.

            Την ίδια στιγμή κάποιοι άλλοι αφήνουν την πικρία και την μεμψιμοιρία κατά μέρος και επεξεργάζονται την κατάσταση, εντοπίζουν τις νέες ανάγκες αλλά και τις συμπεριφορές που εδραιώνονται και άμεσα θα είναι έτοιμοι να αντεπεξέλθουν υλοποιώντας τις σημερινές σκέψεις τους στον χώρο της εκπαίδευσης, της αγοράς, της παραγωγής, της ενημέρωσης, της επικοινωνίας, των μετακινήσεων, της διασκέδασης και του τουρισμού. Σίγουρα δεν πρόκειται για πρωτόγνωρη συνθήκη και με βεβαιότητα οι εκφραστές του καινούριου δεν θα είναι υπερήρωες.

            Πρόκειται για μια κατάσταση που επαναλαμβάνεται. Το εμπόριο δεν ήταν στο παρελθόν αυτό που είναι σήμερα. Οι σύγχρονες εκπαιδευτικές ανάγκες ελάχιστη σχέση έχουν με εκείνες του παρελθόντος. Το ίδιο ισχύει για τη διασκέδαση, τις σχέσεις, τις μετακινήσεις… Τα πάντα ανατρέπονταν ανέκαθεν, απλώς το έκαναν με πολύ πιο ήπιους ρυθμούς. Σήμερα η αλλαγή συμβαίνει απροειδοποίητα(;) και με εξοντωτική, για τους περισσότερους ανθρώπους, ταχύτητα. Ναι, αλλά αφού παραδεχόμαστε ότι ζούμε στην εποχή της ταχύτητας, αυτό ακριβώς εννοούμε.

Στο παρελθόν μπορούσαν να «τα έχουν όλα υπό έλεγχο» αρκετοί άνθρωποι. Όχι γιατί οι προηγούμενες γενιές υπήρξαν πιο ευφυείς αλλά επειδή οι εξελίξεις υπήρξαν πιο αργές. Κάποια στιγμή ακόμη και ο πιο ανόητος είχε τη δυνατότητα της προσαρμογής σε έναν κόσμο που ακολουθούσε πιο… σταθερούς ρυθμούς εξέλιξης. Βέβαια, και τότε εκείνοι που αντιλαμβάνονταν πιο άμεσα την επερχόμενη αλλαγή ήταν και οι πιο κερδισμένοι. Η «επιτυχία» και η «αποτυχία», άλλωστε, δεν αποτελούν έννοιες της εποχής μας. Πάντα υπήρχαν επιτυχημένοι και αποτυχημένοι κι αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει τώρα.

Αντί, λοιπόν, να αναζητούμε «ενόχους για την αλλαγή», «στηρίγματα», «διευκολύνσεις», «επιδοτήσεις», «υποσχέσεις για διατήρηση κεκτημένων και δεδομένων» από πολιτικούς πατερούληδες, είναι ίσως πολύ καλύτερο και θα αποδειχτεί σίγουρα πιο χρήσιμο να αναζητούμε λύσεις, να διατυπώνουμε προτάσεις και να επιδιώκουμε την υλοποίησή τους. Στη ζωή είμαστε όλοι «οδηγοί» είτε καθόμαστε πίσω από το τιμόνι ενός αγωνιστικού αυτοκινήτου της F1 είτε έχουμε στα χέρια μας το τιμόνι της εκπαίδευσης της διασκέδασης, του τουρισμού, της ενημέρωσης ή εκείνου του εμπορίου.

Η ανάγκη να τρέξουμε πιο γρήγορα έρχεται σε απόλυτη σύγκρουση με την ανάγκη του πλήρους ελέγχου, όπως τον συνηθίσαμε ως τώρα. Η πραγματικότητα, όμως, χρειάζεται λαγούς κι όχι χελώνες. Η χελώνα μπορεί να τα έχει όλα υπό έλεγχο αλλά κερδίζει μόνο… στους μύθους του Αισώπου.

Έγραφα πριν χρόνια στο «Εγχειρίδιο Επιβίωσης»: «Η εποχή μας χρειάζεται “λαγούς” και μάλιστα “ώριμους λαγούς” και το μόνο λογικό είναι να “προπονήσουμε” τους νέους γι αυτό. Όσο συμπαθής κι αν υπήρξε για ολόκληρες γενιές η χελώνα του Αισώπου, φαίνεται ότι ήρθε ο καιρός να εγκαταλείψει την αγωνιστική δράση και “να κρεμάσει τα παπούτσια της”».


Δευτέρα 10 Αυγούστου 2020

Όταν οι μάσκες πέφτουν

                      
Κατά την προηγούμενη σχολική χρονιά η εκπαιδευτική κοινότητα κλήθηκε να ζήσει μια πρωτόγνωρη κατάσταση και να προσαρμοστεί σε αυτή. Εκπαιδευτικές μονάδες κάθε βαθμίδας αποφασίστηκε να λειτουργήσουν διαδικτυακά. Τα αποτελέσματα; Αν απλώς άκουγε κανείς τα σχόλια και συμπεράσματα του υπουργείου Παιδείας, θα πίστευε ότι η Ελλάδα ξαφνικά μετατράπηκε σε διαδικτυακό παράδεισο και ότι όλα λειτούργησαν ρολόι.

Δυστυχώς για το υπουργείο, οι περισσότεροι βιώσαμε αυτό που ακριβώς συνέβη. Ένα ποσοστό εκπαιδευτικών κινήθηκε αξιοπρεπέστατα αναλαμβάνοντας την ευθύνη του στο έπακρο, προσπάθησε, κατανόησε και τελικά αξιοποίησε τα ψηφιακά εργαλεία καλύπτοντας τις υποχρεώσεις του απέναντι στους μαθητές και διατηρώντας τον σεβασμό τους. Ένα άλλο, όμως, ποσοστό, διόλου ευκαταφρόνητο, δεν τα κατάφερε. Και δεν τα κατάφερε είτε επειδή δεν είχε την παραμικρή διάθεση να το κάνει είτε επειδή δεν είχε τη δυνατότητα να το κάνει (λόγω τεχνικών κωλυμάτων ή λόγω άρνησης του καινούριου).

Την περίοδο της αναγκαστικής αναστολής ζήσαμε τραγελαφικές καταστάσεις και περιστατικά με εκπαιδευτικούς που έβρισκαν παράλογη την τηλεκπαίδευση, «επειδή χανόταν, με τον τρόπο αυτό, η πραγματική, ανθρώπινη επαφή μαθητή-εκπαιδευτικού», «επειδή αυτοί διορίστηκαν και πληρώνονται για να διδάσκουν αποκλειστικά διά ζώσης», «επειδή κανείς τους είχε διδάξει πώς να αξιοποιούν τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα στη διδασκαλία».

Από την άλλη, ζήσαμε έντονες αντιδράσεις για την τοποθέτηση καμερών στην αίθουσα, αντιδράσεις που είχαν να κάνουν με τα προσωπικά δεδομένα -εκπαιδευτικών και μαθητών, τον έλεγχο που θα μπορούσαν να ασκήσουν οι γονείς (αυτοί μάλλον είναι μόνο για να πληρώνουν τους μισθούς των εκπαιδευτικών με τους φόρους τους και όχι για να τους κρίνουν) και άλλα εξίσου ή και περισσότερο φαιδρά.

Με λίγα λόγια, η χρονιά που πέρασε ήταν μια χαμένη χρονιά, μια χρονιά πάρα πολλών χαμένων εκπαιδευτικών ωρών ιδίως για τους μαθητές των μικρότερων τάξεων. Η στροφή προς τα ιδιωτικά σχολεία που θα καταγραφεί κατά τη φετινή σχολική περίοδο θα είναι ο αδιάψευστος μάρτυρας. Το γεγονός ότι οι ελλείψεις έγιναν λιγότερο εμφανείς στους μαθητές του Λυκείου έχει να κάνει κυρίως με τον ρόλο των «επάρατων» φροντιστηρίων και, με βεβαιότητα, όχι με τον ρόλο του δημόσιου σχολείου.

Η έξαρση των κρουσμάτων κορωνοϊού που παρατηρείται το τελευταίο δεκαήμερο προοιωνίζεται μια εξίσου ή και δυσκολότερη σχολική χρονιά. Οι υπεύθυνοι μπορεί να ευλογούν τα γένια τους και να χαϊδεύουν τα αφτιά των ψηφοφόρων τους -συνδικαλιστών και γενικότερα εκπαιδευτικών- αλλά στην πραγματικότητα έχουν συνειδητοποιήσει τι συνέβη στην πραγματικότητα. Σε καμιά περίπτωση δεν θέλουν κλειστά σχολεία και πάλι. Οπότε η λύση είναι μία και μόνη: Ανοιχτά σχολεία, αυστηρά μέτρα προφύλαξης, συνεχής χρήση μάσκας από μαθητές και εκπαιδευτικούς. Εννοείται ότι κάθε ανυπακοή θα πρέπει να τιμωρείται αυστηρά.

Ναι αλλά αυτό σημαίνει ότι τα σχολεία θα ανοίξουν κι αυτό σημαίνει ότι οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να είναι εκεί κι αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι θα πρέπει να κάνουν μάθημα κι αυτό έχει ως επακόλουθο το τέλος των μακρόσυρτων ιδιότυπων διακοπών. Οπότε…

Οπότε άρχισαν ήδη τα όργανα. Διαβάζω (10/8/2020) δημοσίευμα σε ιστοσελίδα εκπαιδευτικού ενδιαφέροντος που αναδεικνύει φοβερά και τρομερά προβλήματα που σχετίζονται με τη χρήση μάσκας. Και πόσο επίπονο είναι να γίνεται έτσι το μάθημα (Ναι αλλά ούτε το διαδικτυακό θέλουν ούτε τη χρήση κάμερας αποδέχονται), και τι είδους επαφή θα είναι αυτή με τα παιδιά (Ναι αλλά ούτε η τηλεκπαίδευση τους κάθεται καλά), και ποιος θα πληρώνει τις μάσκες (Πάντως αυτό θα ήταν πολύ μικρότερο έξοδο για το υπουργείο από την προμήθεια ψηφιακών εργαλείων για το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας), και ποιος θα τηρεί την εφαρμογή των μέτρων από τους μαθητές (Μα χριστιανούλη μου, ποιος τηρεί την τάξη γενικά στο σχολείο; Αν κάποιος μαθητής υιοθετεί παραβατική συμπεριφορά, τι κάνετε ως εκπαιδευτικοί; Τον γείτονα φωνάζετε για να τον επαναφέρει στην τάξη;).

«Οι μάσκες πέφτουν», αφού η λύση είναι μία και μοναδική: Σχολεία κλειστά, επανάληψη του τηλεμπάχαλου που ζήσαμε πέρυσι και ο κάθε εκπαιδευτικός να αφεθεί -και πάλι- ελεύθερος να αποφασίσει αν θα αναλάβει τις ευθύνες του ή αν θα συνεχίσει τις «διακοπές» του.

Προβλέπεται ένας πολύ θερμός εκπαιδευτικός χειμώνας και όχι εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Και καλά θα κάνει η πλειονότητα της εκπαιδευτικής κοινότητας να περιθωριοποιήσει τέτοιες φωνές και ανόητες φλυαρίες και να καταβάλει υπεράνθρωπες προσπάθειες, ώστε τα σχολεία να λειτουργήσουν. Διαφορετικά η ροή προς την ιδιωτική εκπαίδευση θα συνεχιστεί αμείωτη και τότε θα χρειαζόμαστε λιγότερα δημόσια σχολεία άρα και λιγότερους εκπαιδευτικούς γι αυτά και άρα «ζήτω που καήκαμε» για ορισμένους.

Ας το σκεφτούν και πάλι. Και ίσως τότε οι μάσκες βρουν τη θέση που τους αρμόζει.

 

 

 

 

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2020

Ένας νέος κόσμος, που είναι παλιός

Μια διαδικτυακή κουβέντα με παλιούς μαθητές μου, με αφορμή τη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνει η πανδημία.
Έκδηλη αγωνία νέων ανθρώπων για όσα έρχονται ή ήδη έχουν έρθει.
Ερωτήματα ως προς τις ακαδημαϊκές και επαγγελματικές επιλογές που θα προσφέρουν μελλοντικά αξιόπιστες λύσεις.
Προβληματισμοί ως προς τις συμπεριφορές που πρέπει να υιοθετήσουμε, αφού είμαστε αναγκασμένοι να εγκαταλείψουμε παλιές.
Και, βέβαια, απαίτηση να μην μένω απλώς στον εντοπισμό των συνθηκών που διαμορφώνονται αλλά να προχωρώ και σε πιο συγκεκριμένες, καθαρές και κυρίως υλοποιήσιμες προτάσεις.

Ήταν μια ωραία και εποικοδομητική συζήτηση, η οποία έδειξε ότι, τελικά, δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό εκ νέου, ώστε να προσαρμοστούμε στη νέα πραγματικότητα. Χρειάζεται απλώς να εγκαταλείψουμε συνήθειες που ουσιαστικά αποτελούσαν χάσιμο χρόνου, να εκτιμήσουμε και να αναδείξουμε κάποιες άλλες, τις οποίες, ως δεδομένες, είχαμε υποτιμήσει.
Κάπως έτσι καταλήξαμε σε ό,τι ακολουθεί.

Πρώτο: Είναι ανάγκη να τα βρούμε με τον εαυτό μας και να αφήσουμε τους άλλους να τα βρουν ή όχι με τον δικό τους. Είναι το πιο δύσκολο, πολύπλοκο αλλά απαραίτητο στοιχείο απέναντι σε κάθε δυσκολία. Εξασφαλίζει ηρεμία, οδηγεί σε σωστές επιλογές σε κάθε επίπεδο και αποτελεί βάση της προσωπικής ελευθερίας, στοιχειώδες για μια ευτυχισμένη ζωή απαλλαγμένης από τους περιορισμούς των επιλογών και συμπεριφορών της μάζας.
Δεύτερο: Είναι ανάγκη να βρούμε και να εκτιμήσουμε πραγματικούς φίλους. Δεν χρειάζεται και μάλλον είναι αδύνατον να είναι πολλοί. Θα είναι λίγοι, θα είναι ειλικρινείς, θα έχουν τη διάθεση να μας ακούν και τη δυνατότητα να μας στηρίζουν και να ανατροφοδοτούν τους στόχους και τις σκέψεις μας. Στο θέμα αυτό δεν χωρούν συμβιβασμοί. Ιδίως σε συνθήκες απομόνωσης οι καλοί φίλοι αποδεικνύονται ακόμη πιο απαραίτητοι.
Τρίτο: Είναι ανάγκη να ανακαλύψουμε ωραία βιβλία, μουσική, αξιόλογες ταινίες, όμορφα τοπία, με απλά λόγια την τέχνη και τη φύση. Δεν αρκεί να βρίσκουμε ελεύθερο χρόνο -και η αναγκαστική απομόνωση, λόγω πανδημίας, μας πρόσφερε πολύ- αλλά να τον γεμίζουμε με όμορφες, ευχάριστες και χρήσιμες ενασχολήσεις. Κάπως έτσι, οι ώρες δεν είναι χαμένες αλλά γεμάτες και περιορίζεται ο κίνδυνος της κατάθλιψης που γεννά η μοναχικότητα.
Τέταρτο και τελευταίο: Έχουμε δικαίωμα στην τεμπελιά. Χρειαζόμαστε χρόνο (όχι όλον το χρόνο που διαθέτουμε) για πραγματικό άραγμα και άδειασμα του μυαλού. Είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε ότι η συνεχής ένταση, τα απάνθρωπα ωράρια, η διαρκής ενασχόληση με υποχρεώσεις δεν είναι μια φυσιολογική κατάσταση. Μια μηχανή μπορεί να δουλεύει ασταμάτητα χωρίς σημαντικούς περιορισμούς. Ο άνθρωπος όχι.

Αν κάποιος καταφέρει όλα αυτά, ελάχιστα θα δυσκολευτεί να προσαρμοστεί, όχι μόνο στις υπάρχουσες αλλά και σε όσες συνθήκες ακολουθούν. 
Δεν πρόκειται για έναν καινούριο τρόπο ζωής αλλά για επαναπροσδιορισμό και νέα ιεράρχηση στοιχείων ήδη γνωστών.









Τετάρτη 5 Αυγούστου 2020

Ένα ακόμη «τέλος του κόσμου»

Η επέλαση της, προ δεκαετίας περίπου, οικονομικής κρίσης είχε προκαλέσει έντονες αμφισβητήσεις και δυναμικές αντιδράσεις. Έπρεπε, ξαφνικά, να προσαρμοστούμε σε νέα οικονομικά και κατ' επέκταση κοινωνικά δεδομένα. Χαμηλότεροι μισθοί, νέες μορφές εργασίας, περιορισμός δανείων (εορτοδάνεια, διακοποδάνεια, ψωνιοδάνεια, σπιτοδάνεια, αυτοκινητοδάνεια, φοιτητοδάνεια...), εγκατάλειψη της καλοπέρασης, διάλυση του κοινωνικού ιστού, της διασκέδασης και της ξέφρενης κατανάλωσης, όπως τις είχαμε προσδιορίσει πριν την κρίση, επαναπροσδιορισμός της κοινωνικότητας. Για παράδειγμα, οι εστίες βραδινής διασκέδασης σιγά-σιγά άδειασαν αφήνοντας ζωτικό χώρο στον (πολύ πιο οικονομικό) απογευματινό καφέ. Καφές στο χέρι, καφές στο πόδι, καφές στα γρήγορα, καφές αρμένικος και ούτω καθ' εξής. Οι πολυήμερες διακοπές σε χειμερινά και θερινά θέρετρα, επίσης, έδωσαν τη θέση τους στις ολιγοήμερες διακοπές στο πατρικό ή σε εκείνες σε φίλους. Οι αλυσίδες φθηνής ένδυσης γνώρισαν δόξες πρωτόγνωρες. Οικονομικοί κολοσσοί κατέρρευσαν και άλλοι αναδύθηκαν δυναμικά. 
Πολλοί προσαρμόστηκαν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Για αρκετούς, όμως, η κρίση σήμαινε το τέλος του κόσμου. Η μετάβαση γι αυτούς δεν ήταν διόλου εύκολη υπόθεση. Αρκεί να μελετήσει κανείς την ανοδική πορεία των ποσοστών αυτοκτονιών αλλά και εκείνων της κατάθλιψης τα τελευταία δέκα χρόνια. Επιχειρήσεις που έκλεισαν, όνειρα που διαψεύστηκαν, σχέδια που πήγαν άκλαυτα, εγκατάλειψη της πολυτέλειας με την οποία είχε συνδεθεί η κοινωνική εικόνα και αποδοχή... Ε, δεν ήθελε και πολύ ώστε ένα σεβαστό ποσοστό συνανθρώπων μας να οδηγηθεί στα άκρα.
Εννοείται ότι τα δεδομένα ευνόησαν τη συνωμοσιολογία, η οποία βρήκε αρκετούς εκφραστές και πολύ περισσότερους αποδέκτες. Για όσους αδυνατούσαν να αποδεχτούν τη νέα πραγματικότητα και κυρίως να προσαρμοστούν σε αυτή, το κεφάλαιο, οι Μεγάλες Δυνάμεις, οι Μασόνοι, ο Τζ. Σόρρος, ο Μπιλ Γκέιτς, οι Σιωνιστές και οι λοιποί συνήθεις ύποπτοι είχαν βαλθεί να καταστρέψουν οικονομικά και κοινωνικά τη χώρα μας (και αρκετές ακόμη, γεγονός που μας ήταν αδιάφορο) και τον περιούσιο λαό της, ο οποίος τυχαίνει να είναι ο πιο έξυπνος λαός της Γης αλλά και του Σύμπαντος, σε περίπτωση που ανακαλυφθεί, βέβαια, εξωγήινη ζωή. Οι μόνοι που δεν είχαν την παραμικρή ευθύνη για την καταστροφή ήμασταν -ποιοι άλλοι- Εμείς. 
Απέναντι σε δυσχερείς και πολύπλοκες καταστάσεις κάποιοι (πολλοί όπως αποδεικνύεται) αναζητούν απλοϊκές λύσεις και απαντήσεις. Ο πολιτικός λαϊκισμός βρήκε χώρο έκφρασης και απήχηση στα θύματα της κρίσης καταλαμβάνοντας, σε αρκετές χώρες, ακόμη και την εξουσία.
Και πριν καλά-καλά συνειδητοποιήσουμε ότι η κρίση δεν ήταν κάτι παροδικό αλλά η απαρχή μιας νέας κανονικότητας, σκάει μύτη ο κορωνοϊός.
Αντιδράσεις, αμφισβητήσεις, θεωρίες συνωμοσίας στο φόρτε τους. Λογικό. Η πανδημία αποδείχτηκε ότι δεν είναι συνάχι που διαρκεί λίγες μέρες και περνάει μα με φάρμακα, μα με αφεψήματα, μα με εντριβές, ξεμάτιασμα ή κοφτές βεντούζες. Είναι κάτι πρωτόγνωρο για το οποίο, μέχρι πριν λίγους μήνες, αγνοούσαμε τα πάντα. Πώς μεταδίδεται, πόσο επικίνδυνος είναι ο ιός, ποιοι απειλούνται περισσότερο, ποιες είναι οι βλάβες που μπορεί να προκαλεί, πώς μπορούμε (αν μπορούμε) να προφυλαχτούμε από αυτόν ή να τον αντιμετωπίσουμε, πόσο θα διαρκέσει; Δεκάδες ερωτήματα παραμένουν και σήμερα αναπάντητα. Το μόνο που ίσως γνωρίζουμε είναι ότι θα διαρκέσει πολύ. Ένα ακόμη «τέλος του κόσμου».
Και βρίσκονται κάποιοι -όσοι δυσκολεύονται να εγκαταλείψουν τα δεδομένα και να προσαρμοστούν- οι οποίοι μέσα στην απόγνωσή τους, τα βάζουν με τους «ειδικούς». Μα δεν σκέφτονται το πολύ απλό: ειδικοί για τον συγκεκριμένο κορωνοϊό δεν υπήρχαν. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε να υπάρχουν ειδικοί για κάτι που δεν υφίστατο και άρα δεν το γνωρίζαμε μέχρι τώρα; Ειδικός γίνεται κάποιος μετά από ενδελεχή και μακροχρόνια μελέτη ενός υπαρκτού αντικειμένου, το οποίο συχνά εξελίσσει. Αποδείχτηκε ότι ακόμη και εκείνοι που είχαν μελετήσει προηγούμενους κορωνοϊούς βρήκαν τον μάστορά τους με τον συγκεκριμένο, ο οποίος αποδεικνύεται ύπουλος, απρόβλεπτος και, μέχρι στιγμής, ανίκητος. Ακόμη και αυτοί καλούνται να κινηθούν σε νέες ατραπούς. Ίσως σε λίγα ή και πολλά χρόνια αναδειχτούν ειδικοί στον συγκεκριμένο κορωνοϊό, ίσως κάποια στιγμή θα μιλάμε για τον «τάδε επιστήμονα» που αποτελεί γκουρού του ιού που μας απειλεί. Κάποια στιγμή...
Με απλά λόγια, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια ακόμη απρόβλεπτη κατάσταση. Η οικονομία, η εκπαίδευση, η εργασία, οι κοινωνικές σχέσεις ακόμη και με τους πιο οικείους μας, ο τρόπος που εκφράζουμε συναισθήματα, η διασκέδαση, οι διακοπές, οι καθημερινές συνήθειες πρέπει εκ βάθρων να αναθεωρηθούν, να επαναπροσδιοριστούν και να προσαρμοστούν σε μια πραγματικότητα που αυτή την περίοδο διαμορφώνεται. Κάποιοι θα τα καταφέρουν και θα προχωρήσουν αλώβητοι. Κάποιοι άλλοι θα καταρρεύσουν, όπως είχε συμβεί και με την προηγούμενη κρίση. Ήδη τα ψυχικά νοσήματα θερίζουν ενώ αγνοώ τι γίνεται με τις αυτοκτονίες. 
Η πλειονότητα έδειξε ανωριμότητα και αδυναμία να αποδεχτεί τη νέα κανονικότητα ακόμη και στα πιο απλά ζητήματα, όπως αυτό της διασκέδασης. Και πλέον βρισκόμαστε και πάλι μπροστά στην ανάγκη λήψης και επιβολής μέτρων προστασίας. Κι αυτά θα προκαλέσουν -ήδη συμβαίνει- αντιδράσεις, τριγμούς και θα οδηγήσουν κάποιους σε απόγνωση και κατάρρευση, ανίκανους να αποδεχτούν το διαφορετικό.
Τελικά, η επανάληψη (κρίσεων) δεν δείχνει ικανή να διδάξει το παραμικρό. Μια απλή μελέτη της ιστορικής πραγματικότητας, όμως, δείχνει ότι η ανθρωπότητα κλήθηκε να ξεπεράσει αμέτρητες κρίσεις οικονομικές, πολιτικές, κλιματικές, κοινωνικές... πολύ πιο επώδυνες και καταστροφικές από τη σημερινή. Κάθε φορά που ενέσκηπταν τέτοιες, οι ψευδοπροφήτες έπιαναν δουλειά προβλέποντας το τέλος του κόσμου και την απόλυτη καταστροφή. Η εξέλιξη τους διέψευδε. Οι σημαντικές κρίσεις, είναι αλήθεια, οδηγούσαν ανέκαθεν στο «τέλος του κόσμου» που προϋπήρχε. 
Σε κάθε περίπτωση ένας νέος κόσμος (μια αναγέννηση) εμφανιζόταν και απαιτούσε μικρές ή μεγάλες προσαρμογές.
Μάλλον, μια παρόμοια πρόκληση καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε και σήμερα. Κάποιοι είναι έτοιμοι να το κάνουν. Για κάποιους άλλους έχει ήδη φτάσει το «τέλος του κόσμου». Ένα ακόμη.