Παρασκευή 9 Ιουνίου 2023

Θα πάρω τα βουνά

Οι περισσότεροι το ακούν με απορία. Κάποιοι άλλοι δείχνουν δυσπιστία. Άλλοι πάλι το αντιμετωπίζουν με ελαφρύ μειδίαμα, περιμένοντας να τους πω ότι πρόκειται για καλαμπούρι. Και όλοι, ανεξαιρέτως, πιστεύουν ότι πρόκειται για μια ακόμη παραξενιά μου.
Μου φαίνεται αδιανόητο το ότι η πλειονότητα αδυνατεί να αντιληφθεί την υπεροχότητα των καλοκαιρινών διακοπών στο βουνό. Θεωρούν ότι το καλοκαίρι ταυτίζεται με τη θάλασσα, το κολύμπι, το άραγμα στην παραλία.
Θα μπορούσα να πω ότι όλα αυτά με αφήνουν παγερά αδιάφορο αλλά δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Το σωστό είναι ότι όλα αυτά μου προκαλούν απέχθεια, για να το διατυπώσω με καθώς πρέπει τρόπο.
Δεν λέω. Η θάλασσα μου αρέσει. Σχεδόν τη λατρεύω. Με ηρεμεί. με σαγηνεύει. Μου αρέσει να την αγναντεύω για ώρες. Αλλά η θάλασσα μου προσφέρει χαρά, όταν οι υπόλοιποι (άνθρωποι) δεν είναι εκεί. Τότε μάλιστα. Μου προκαλεί απέραντη ευχαρίστηση να κάθομαι και να παρακολουθώ τα αφρισμένα κύματα, να ακούω τον ήχο τους, όταν σκάνε με πάταγο στην ακτή. Μου αρέσει να βλέπω την ανατολή ή το ηλιοβασίλεμα σε… άδειες παραλίες.
Η άφιξη -με τις πρώτες ζέστες- των ενοχλητικών λουόμενων στη θάλασσα σηματοδοτεί τη δική μου αποχώρηση. Εννοείται ότι, κάποτε, πλησιάζω την παραλία και κατά τη διάρκεια του θέρους. Το κάνω, συνήθως, από υποχρέωση και, σχεδόν, με βαριά καρδιά.
Και δεν νομίζω ότι έχω άδικο.
Απεχθάνομαι την αφόρητη ζέστη του καλοκαιριού. Μου προκαλεί έντονη αδιαθεσία και επίπονες ημικρανίες. Βρίσκω απαίσια την αίσθηση του μόνιμα βρόμικου, εξαιτίας του ιδρώτα και της υγρασίας που κάνει ακόμη και το πιο λεπτό ύφασμα να κολλάει στο σώμα, δυσκολεύοντας κάθε κίνηση,  προκαλώντας αγανάκτηση και έντονο εκνευρισμό. Και θα πουν κάποιοι ότι είμαι ιδιότροπος (και δεν θα είναι η πρώτη φορά) και ότι τα παραλέω αλλά δεν ισχύει αυτό. Πέρυσι, κατά την περίοδο των διακοπών (σε θάλασσα, φυσικά) και με καύσωνα, που δεν έχω βρει ακόμη τα λόγια για να τον περιγράψω, ανακάλυψα ότι ο άνθρωπος διαθέτει ιδρωτοποιούς αδένες (μικρές σωληνοειδείς δομές του δέρματος που παράγουν ιδρώτα) και στους αγκώνες. Ναι, στους αγκώνες. Να προσπαθώ να φάω τα υπέροχα εδέσματα που είχα μπροστά μου και ο ιδρώτας να στάζει από παντού. Να στάζει από τους αγκώνες και να κολλάει επάνω τους το χάρτινο τραπεζομάντηλο και να διαλύεται σε μικρά κομματάκια… Εφιάλτης.
Σιχαίνομαι τη λεπτή άμμο που βρίσκει ευφάνταστους τρόπους για να τρυπώνει παντού. Να μπαίνει ανάμεσα στα δαχτυλάκια των ποδιών, να εισχωρεί στα νύχια και τα αφτιά, να γίνεται δεύτερο δέρμα στις παλάμες, με αποτέλεσμα να μην μπορείς να πιάσεις το ποτήρι, το φλυτζάνι, το μπουκάλι, το αντηλιακό και, κυρίως, το βιβλίο ή το τάμπλετ. Και το ακόμη χειρότερο, το ακραία ενοχλητικό, είναι όταν η άμμος έρχεται και γίνεται ένα με το αντηλιακό, με το οποίο έχεις πασαλειφτεί, τάχα για να σε προφυλάξει. Και να μη βγαίνει η άτιμη παρά μόνο με ζεστό (το κατακαλόκαιρο!!!) νερό.
Μισώ και τη φασαρία. Μου τη δίνει στα νεύρα η φωνή της μάνας που καλεί τον Λαλάκη να μην πηγαίνει στα βαθιά, να φάει το αβγό του, να φορέσει καπέλο, να μην πετάει άμμο στον κύριο που κάθεται δίπλα του, να βγει επιτέλους από το νερό, να μην παίζει στον ήλιο, να σκουπιστεί για να μην κρυώσει και «ποιος θα τα τραβήξει μετά», να μη φωνάζει σαν σεληνιασμένο, να μη ρίχνει νερό στη γιαγιά… Μου σμπαραλιάζει το νευρικό σύστημα ο ήχος της ρακέτας, με τρομοκρατεί το μπαλάκι που περνάει σύριζα από το κεφάλι μου, με εκνευρίζει η σκόνη που σηκώνει η παρέα που αποφάσισε να στήσει αγώνα ποδοσφαίρου, βόλεϊ, αντιπτέρισης (badminton) ή ό,τι άλλο, μέσα στον συνωστισμό.
Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να πω (να γράψω) κάτι άλλο. Και πιστεύω ότι ο ιδιότροπος δεν είμαι εγώ αλλά όλοι εκείνοι που τη βρίσκουν και θεωρούν ότι κάνουν διακοπές μέσα σε αυτόν τον εφιάλτη.
Προτιμώ το βουνό. Λατρεύω την καλοκαιρινή δροσιά του, τους ήχους του. Με ξεκουράζει η ηρεμία του, η κίνηση των δέντρων, τα χρώματά του, οι γεύσεις του, οι εναλλαγές του καιρού. Τρελαίνομαι για τις ξαφνικές μπόρες, για τα σύννεφα που κατεβαίνουν χαμηλά, τα κελαϊδίσματα των πουλιών, το αλύχτισμα των σκύλων. Ονειρεύομαι παρακολουθώντας τον χορό των πανύψηλων ελάτων. Χαλαρώνω στις σκιές των πυκνών πλατάνων. Διαβάζω ατελείωτες ώρες και γίνομαι δημιουργικός ακούγοντας τη... σιωπή. Αφήνομαι στο κελάρυσμα των νερών. Νιώθω έξαψη από τον ήχο της βροχής στους τσίγκους της στέγης.  Δεν αλλάζω με τίποτε την αίσθηση του καθαρού αέρα. Κι όλα αυτά, μακριά από τον συνωστισμό, την ένταση, τον πανικό, και -κυρίως- τον βρομερό ιδρώτα.
Οπότε αφήνω τους άλλους στις σκέψεις και τις ορέξεις τους.

Εγώ θα πάρω τα βουνά.

Πάλι.



Δεν υπάρχουν σχόλια: