Τετάρτη 15 Απριλίου 2020

Περί λύσσας και λυσσασμένων...


Γνωρίζατε ότι καθημερινά πεθαίνουν από λύσσα (ιογενές νόσημα του κεντρικού νευρικού συστήματος, αποτελώντας μια λοιμώδη ασθένεια που προκαλείται από διηθητό ιό) περίπου 160 άνθρωποι παγκοσμίως; Ομολογώ ότι δεν το ήξερα (από τα ελάχιστα πράγματα) και τώρα που το έμαθα εντυπωσιάστηκα.
Όχι, δεν θεώρησα μεγάλο τον αριθμό των λυσσασμένων που αποδημούν σε ημερήσια βάση. Τον θεώρησα πολύ μικρό αντίθετα. Upside down, δηλαδή. Κι επειδή αυτή η σκέψη μου μπορεί εύλογα να σας προκαλεί απορίες, εξηγώ πάραυτα.
Ρίξτε μια ματιά γύρω σας. Και δεν υπάρχουν δικαιολογίες του στιλ: είμαστε καραντινιασμένοι και αδυνατούμε να το κάνουμε. Δεν χρειάζεται να ξεκαραντινιαστείτε, για να δείτε εκείνο που θέλω. Άλλωστε τι νούμερο θα στέλνατε στο 13033 για να συμβεί κάτι τέτοιο; Πρόκειται για την αίσθηση των ημερών και δεν πιστεύω ότι είναι αποκλειστικά δική μου.
Με την έναρξη των περιοριστικών μέτρων, και τελείως ξαφνικά, γέμισε ο κόσμος λυσσασμένους. Πήξαμε από δαύτους. Και δεν είναι όλοι οι λυσσιάρηδες ίδιοι. Υπάρχουν λυσσιάρηδες και λυσσιάρηδες.
Κάποιοι λύσσιαξαν, επειδή απαγορεύεται το ψήσιμο του αρνιού με τον παραδοσιακό και βάρβαρο τρόπο που μας έμαθαν από μικρούς. Άλλοι, επειδή οι ναοί κάθε δόγματος και πίστης είναι κλειδαμπαρωμένοι. Κάποιοι, επειδή απαγορεύτηκε η βόλτα σε πολυσύχναστους χώρους. Ορισμένοι, επειδή το ένα, επειδή το άλλο και το παραάλλο.
Πήξαμε στους λυσσασμένους και γι αυτό, η εντύπωση που μου προκλήθηκε από τον μικρό, τελικά, αριθμό των θυμάτων αυτής της καταραμένης ασθένειας. Κι όλη αυτή η λυσσασμένη συμπεριφορά γιατί; Έχει καμιά λογική άραγε;
Την παραμικρή!
Όλη αυτή η συμπεριφορά έχει τη βάση της στη ματαιοδοξία του καθενός και μόνο. Όλοι αυτοί σκίζουν τα ιμάτιά τους (ένδειξη ότι η λύσσα τους βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο), επειδή είναι ματαιόδοξοι και μόνο γι αυτό.
Μα χριστιανούλη μου, μωαμεθανούλη μου, βουδιστούλη μου,... δεν μπορείς να προσευχηθείς κατά μόνας; Τι τον θέλεις τον λατρευτικό χώρο; Και βέβαια μπορείς αλλά δεν θέλεις αυτό. Θέλεις να προσευχηθείς και να σε βλέπουν οι άλλοι πόσο ωραία προσεύχεσαι. Να τους εντυπωσιάζεις με τους μεγάλους σταυρούς σου ή τις βαθιές μετάνοιες. Να βλέπουν πόση ευλάβεια δείχνεις. Και βέβαια, εκείνο που θέλεις σαν... λυσσιάρης είναι εκείνο που ακολουθεί. Τη βόλτα για καφέ και κουτσομπολιό και κέφι. Θα μου πει κάποιος και πώς θα ανάψω και δυο και τρία κεράκια από μακριά. Να μη δουν οι άλλοι ότι ανάβω πολλά; Μην ανησυχείτε, γιατί η τεχνολογία ήρθε να δώσει λύση και σε αυτή την πανανθρώπινη ματαιοδοξία. Λέγεται «keraki.gr» και ήρθε για να προσφέρει απαντήσεις στις δύσκολες στιγμές που περνάμε. Και πριν αρχίσετε τα μου, σου, του, να σκεφτείτε όλους εκείνους τους μοναχούς και τους αναχωρητές που αγιοποιήθηκαν ενώ πέρασαν τη ζωή τους προσευχόμενοι σε ερημιές, αποκομμένοι από το σύνολο.
Και μη μου πείτε ότι δεν είναι ματαιοδοξία όλη αυτή η λύσσα με το ψήσιμο του αρνιού. Θέλεις αρνί, άνθρωπέ μου; Ψήσ’ το στον φούρνο και ντερλίκωσέ το, να το φχαριστηθείς. Βγες στην αυλή σου και βάλ’ το στη σούβλα και φάε σαν αγλέορας. Ποιος σε εμποδίζει να ψήσεις και να χλαπακιάσεις, και να περιδρομιάσεις μέχρι να φτάσεις την πίεσή σου στα σαράντα; Κανείς δεν το κάνει αλλά εσένα δεν σε νοιάζει το αρνί, σε νοιάζει να το παινευτείς στον γείτονα, στον κουμπάρο, στον μπατζανάκη ότι το δικό σου είναι καλύτερο από των άλλων. Σε νοιάζει να δείξεις πόσο μερακλής και καραμπουζουκλής είσαι. Και, βέβαια, σε νοιάζει να συναντήσεις τα ανιψάκια σου και τους λοιπούς συγγενείς και γνωστούς, για να τους ταράξεις στην αμπελοφιλοσοφία και την ανοησία που σε δέρνει και την οποία εσύ θεωρείς ευφυΐα. Και νοιάζει και τη γυναίκα σου, γιατί «τσάμπα τα έφτιαξε τα κουλουράκια, τσάμπα έβαψε τόσο ωραία τα αβγά, τσάμπα η πετυχισιά του τζατζικιού, της μαρουλοσαλάτας και των υπόλοιπων εδεσμάτων;». Αυτά σας νοιάζουν και τίποτε άλλο.
Με απλά λόγια, εκείνοι που κάνουν σαν λυσσιάρηδες δεν έχουν άλλον πόνο από το να δειχτούν στους άλλους. Τα υπόλοιπα είναι συγκάλυψη και στάχτη στα μάτια. Λέγεται ματαιοδοξία και προκαλεί λύσσα.
Και με όλα αυτά, θυμήθηκα μια ιστορία (γεγονός) που μου είχε διηγηθεί η μάνα μου εδώ και χρόνια. Μια μακρινή εξαδέλφη, λοιπόν, κήδευε τον άντρα της, ο οποίος μόλις είχε εγκαταλείψει τα εγκόσμια για άλλους τόπους χλοερούς και αναπαύσεως. Όση ώρα διαρκούσε η τελετή, η εξαδέλφη έκλαιγε γοερά έχοντας αγκαλιά το φέρετρο. Ποτάμι τα δάκρυα. Ο ναός σειόταν από τις οιμωγές. Κάποια στιγμή η πενθούσα γυρίζει προς την αδελφή της, που της συμπαραστεκόταν, και τη ρωτάει χωρίς ίχνος λυγμού και με σταθερή φωνή: «Μαρή*, κλαίω αρκετά δυνατά και φαίνομαι πολύ λυπημένη»;

*Πρόκειται για προσφώνηση σε γυναίκες και δεν έχει την παραμικρή σχέση με το γαλλικό Marie)




Δεν υπάρχουν σχόλια: