Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Το λυκαυγές του ελληνικού Μεσαίωνα

Η ανείπωτη χαρά που νιώθω είναι... ανείπωτη. Η Ελλάδα δείχνει να εγκαταλείπει την ένδοξη αρχαιότητα -ξέρετε, τότε που «εμείς φτιάχναμε ωραίους και γερούς Παρθενώνες και άλλα ευκλεή οικοδομήματα»- και σιγά σιγά εισέρχεται στο Μεσαίωνα. Υπήρξε, βέβαια, μια μικρή χρονική υστέρηση συγκριτικά με τους υπόλοιπους δυτικούς λαούς αλλά, σε κλίμακα αιωνιότητας δεν πρόκειται παρά για σταγόνα στον ωκεανό. Τώρα, και για να μη δίνω λαβές και βρεθεί κανείς να με κακολογήσει, διευκρινίζω. Η ευτυχία μου δεν απορρέει από την είσοδό μας στο Μεσαίωνα αυτή καθαυτή αλλά από το τι έπεται. Μπορεί για κάποιους αιώνες τα πράγματα να είναι λίγο αχνά έως και μαύρα αλλά αμέσως μετά έρχεται το καλό: Αναγέννηση και ο Διαφωτισμός. Τι καλά!!! Το φως (όχι το Άγιο αλλά του Διαφωτισμού και των ανθρωπιστικών ιδεών) βρίσκεται μπροστά μας.
Η απέραντης αισιοδοξίας θέση που διατυπώθηκε ήδη στηρίζεται σε πλήθος τεκμηρίων. Η ελληνική κοινωνία άλλωστε καθόλου φειδωλή είναι σ’ αυτό. Σε μια εποχή που ο υπόλοιπος κόσμος βιώνει δυναμικά την κυριαρχία της ψηφιακής τεχνολογίας και την εδραίωση της παγκοσμιοποίησης με τα καλά και τα κακά της, εμείς είμαστε... αλλού. Στηρίζουμε άτομα που κηρύσσουν το μίσος, τη βία, το φόβο απέναντι στους διαφορετικούς, θεωρούν δεδομένη την «καθαρότητα» και ανωτερότητά μας. Ψηφίζουμε κόμματα που πιστεύουν ότι οι βλακώδεις επιλογές μας για το οτιδήποτε οφείλονται στο ότι μας ψεκάζουν. Τα ποσοστά των λειτουργικά και ψηφιακά αναλφάβητων συμπατριωτών μας (ανήκουν κι αυτοί άραγε στους... ανώτερους;) κινούνται στις πρώτες θέσεις του δυτικού και πλέον μεγάλου μέρους του ανατολικού κόσμου. Όσο για την οικονομική πραγματικότητα... Κι αυτή δείχνει να αποκτά με ρυθμούς Flash Gordon γνωρίσματα του Μεσαίωνα, τότε που η εξαθλίωση, η πείνα, η περιθωριοποίηση μεγάλων ομάδων πληθυσμού κυριαρχούσαν.
Εκείνο όμως που πιστοποιεί τη θριαμβευτική είσοδό μας στην εποχή του σκοταδισμού δεν είναι παρά η νοοτροπία μας. Αποτέλεσμα άθλιας, υποτυπώδους, συντηρητικής παιδείας (όχι μόνο εκπαίδευσης), η σκέψη της πλειονότητας των μελών του «ανώτερου έθνους» χαρακτηρίζεται από πηχτό σκοτάδι. Πίσσα. Νυχτερίδες και αράχνες. Πίστη σε δεισιδαιμονίες, αγωνία απέναντι στην «αμαρτία» της αμφισβήτησης, εμπιστοσύνη σε μεσσίες της πολιτικής, εξοβελισμός του ξένου, διαιώνιση στερεοτυπικών επιλογών ως προς τον τρόπο ζωής και τους στόχους, λατρεία του λαϊκισμού, φόβος απέναντι στο καινούριο, μισαλλοδοξία και κυρίως υποκρισία...
Κι όλα αυτά δεν ισχύουν για συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα. Χαρακτηρίζουν και άτομα που κατέχουν θέσεις εξουσίας, που -δυστυχώς- διαμορφώνουν και χειραγωγούν την κοινή γνώμη. Μεταφέρω: «...Εάν υπήρχε στιβαρά εκκλησιαστική Διοίκηση, τότε θα είχε εκδώσει ΑΦΟΡΙΣΜΟ για το ασεβέστατο αυτό ανθρωπάκι. Αφού όμως αυτό δεν έγινε, εμείς παρακαλούμε τον Θεό να σαπίσει το στόμα του! Συγχωρήστε με, Αδελφοί και Πατέρες!...». Μάλιστα. Θα πιστεύει κάποιος ότι πρόκειται για απόσπασμα αρχείων της Ιεράς Εξέτασης αλλά πιστεύει καθολικά λάθος. Πρόκειται για λόγια -αμβροσία και νέκταρ στάζουν τα άτιμα- του μητροπολίτη Καλαβρύτων Αμβρόσιου διατυπωμένα λίγες μέρες πριν την Ανάσταση του Κυρίου ο οποίος, έχω την υπόνοια, κήρυττε «αγαπάτε αλλήλους». Το προς αφορισμό θύμα; Ο συγγραφέας Ν. Δήμου που τόλμησε να αμφισβητήσει την αγιότητα του «Αγίου Φωτός» όχι το 1014 αλλά το 2014. 
Το 2014 από κάποιους -πολλούς κάποιους- κρίνεται αναγκαίος ο αφορισμός, ο λιθοβολισμός, ο μαρτυρικός θάνατος, η θεία τιμωρία εκείνου που τολμά και διατυπώνει αιρετικές θέσεις για το «Άγιο Φως», για το «κρυφό σχολειό», για το «φανερό σχολειό», για τη ΔΕΗ, την ΕΥΔΑΠ, για την αξιολόγηση στο δημόσιο, για την ποιότητα της επιλογής υποψηφίων ενόψει ευρωεκλογών, για οτιδήποτε παγιωμένο τελικά. Κατά τα άλλα η ελευθερία του λόγου στο μεγαλείο της. Μα καλοί μου άνθρωποι, το 2014 ελευθερία λόγου δε σημαίνει υποχρέωση να ασπαστώ τις διαφορετικές απόψεις αλλά υποχρέωση διασφάλισης του δικαιώματος εκείνου που τις λέει, να μπορεί να τις λέει.
Καθετί άλλο παραπέμπει στο Μεσαίωνα. Κι αυτό μπορεί να μας κάνει αισιόδοξους. Μπορεί να μας περιμένουν τα χίλια μύρια όσα βάσανα. Μπορεί ο σκοταδισμός να σκεπάζει απειλητικά τα πάντα γύρω μας. Μπορεί η άγνοια, η ακρισία, η εξαθλίωση να μας ακολουθούν αλλά θα το κάνουν για λίγους μόνο αιώνες ακόμη. Ακολουθεί η Αναγέννηση κι αυτό δεν μπορεί παρά να μας γεμίζει με αισιοδοξία. Βρισκόμαστε στο λυκαυγές της πιο σκοτεινής περιόδου αλλά πλέον μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι. Το λυκαυγές ακολουθείται από το λυκόφως. Σε λίγους αιώνες ο κ. Δήμου και ο κάθε Δήμου της ελληνικής κοινωνίας θα μπορεί να εκφράζεται ελεύθερα χωρίς να κινδυνεύει με... αφορισμό. 

Ο κ. Ζάχος αναρωτιέται αν όλοι εκείνοι που αγανάκτησαν με τις δηλώσεις Δήμου, 
το βράδυ της Ανάστασης παρέμειναν μέχρι το τέλος της ακολουθίας 
ή απλώς έλαβαν το φως και ξεκίνησαν αγώνα δρόμου με έπαθλο την αχνιστή μαγειρίτσα.


Κυριακή 13 Απριλίου 2014

«Να το πάρει το ποτάμι...»

Τι ανάγκη για αλλαγή είναι αυτή, βρε παιδί μου; Για τη χώρα μας και το λαό της μιλάω (γραπτώς). Δώσε μας αλλαγή και πάρε μας την ψυχή, που λέει ο λόγος. Και δεν είναι μόνο σήμερα. Πάντοτε ήμασταν υπέρμαχοι της αλλαγής. Αρκεί να μη χρειαζόταν να κάνουμε και πολλά! Αυτή την ανάγκη μας εκμεταλλεύονται ανέκαθεν οι επαγγελματίες, πλέον και οι ερασιτέχνες της πολιτικής. «Ψηφίστε με και θα φέρω την αλλαγή», ο ένας. «Αλλαγή εδώ και τώρα», ο άλλος. Και τα συναφή: «επανίδρυση», «αναγέννηση», «άνοιξη»...
Και να μην την είχαμε πατήσει δεόντως με τόσες αλλαγές, να πω. Αλλά την έχουμε πατήσει ουκ ολίγες φορές ακολουθώντας όσους ευαγγελίζονταν την αλλαγή. Κι αν κάτι πληρώνουμε σήμερα, έχω την υπόνοια, ότι δεν είναι παρά το κόστος όλων αυτών των αλλαγών. Τέτοιοι είμαστε. Μυαλό ούτε για δείγμα. Επαναλαμβάνουμε τα λάθη περισσότερες φορές κι από το μαθητή που επαναλαμβάνει το ΑΟΔΕ πριν τις πανελλαδικές. Από εκεί ξεκινούν όλα. Μας έλεγαν: «η επανάληψη είναι μητέρα της μαθήσεως». Εκεί την πατήσαμε. Μένουμε στην επανάληψη αλλά από μάθηση, κουμπούρες. Συνεχίζουμε απτόητοι.
Αυτό που αγνοούμε είναι ότι ως χώρα και ως λαός δε χρειαζόμαστε αλλαγή. Σταθερότητα χρειαζόμαστε αλλά... Δεν κόβει το άτιμο. Μ’ αυτά και μ’ εκείνα βρεθήκαμε πάλι στα ίδια. Βοηθάει και η προεκλογική περίοδος. Βγαίνει ο πάσα ένας και υπόσχεται αλλαγή. Τώρα, ποια αλλαγή, κανείς το γνωρίζει. Σίγουρα όχι εκείνος που την υπόσχεται. Αυτό είναι εξειδίκευση. Άλλος υπόσχεται την αλλαγή, άλλος την προσδιορίζει κι άλλος τη φέρνει. Τι μας νοιάζει, όμως, η λεπτομέρεια; Εμείς αλλαγή θέλουμε. Χρειάζεται να ξέρουμε και ποια; Ο Χου Ι, δηλαδή ΟΧΙ.
Κι επειδή δε συνηθίζω να λέω (γραπτώς πάντα, γιατί αυτά μένουν) λόγια του αέρα, έχω και το παράδειγμα. Και μάλιστα νωπό. Βγαίνει, λοιπόν, η τηλεοπτική περσόνα και λέει: «Ιδρύω το ποτάμι και θα φέρω την αλλαγή που χρειάζεστε». Είπαμε, βέβαια, ότι εμείς ναι μεν φτιαχνόμαστε με την αλλαγή, αλλά δεν ξέρουμε ποια είναι αυτή. Οπότε έρχεται ο ειδικός και μας δίνει τη γνώση. Μας τη δίνει άραγε; Ο ίδιος άλλωστε δηλώνει κάτι σαν: «Ας ξεκινήσουμε και τα βρίσκουμε στην πορεία, γιατί δεν έχουμε προετοιμαστεί επαρκώς». Με απλά λόγια αυτό σημαίνει: "Δώστε μας την εντολή να σας κυβερνήσουμε αλλά δε γνωρίζουμε το πώς..."! Και τι είναι επιτέλους η εντολή διακυβέρνησης; Εντολή για αβγά μάτια είναι; Κι άντε τα αβγά, αν δεν πετύχουν, τα πετάς και φτιάχνεις άλλα (ευτυχώς δεν πάθαμε και τίποτα)! Τη διακυβέρνηση τι την κάνεις; Λίγα πάθαμε μέχρι τώρα από διακυβερνήσεις του κ...λου; Κι άλλα μας χρειάζονται;
Για έναν λαό του επιπέδου μας όμως αυτό είναι αρκετό. Ουάου, «ποτάμι», ρε συ! Ωραίο πράγμα. Τουλάχιστον αρκετό για να κινητοποιήσει τα ένστικτα και τις τάσεις αναζήτησης του καινούριου. Σκέψου, ένα «ποτάμι» είναι αρκετό. Την επομένη και χωρίς να ξέρουμε καν το... όνομα του «ποτάμι», αυτό μαζεύει για την πλάκα του ένα 7% και βάλε. Αν μας έλεγαν και το όνομα, πού θα έφταναν τα ποσοστά του; Δηλαδή, μπορεί τώρα ο ιδρυτής του «ποτάμι» να κλαίει με μαύρο δάκρυ. Σου λέει, «εδώ βγήκα και απλώς ανακοίνωσα ότι ιδρύω «ποτάμι» και σάρωσα. Τι θα γινόταν αν έλεγα ότι ιδρύω καταρράκτη, πέλαγος ή και ωκεανό; Το χαμό θα έφτιαχνα»; Εμ έτσι είναι. Θέλουν μια προετοιμασία τα κόμματα για να βγουν σωστά. Τι είναι η ίδρυση ενός «ποτάμι» πια; Εδώ η Δημιουργία βάστηξε εκατομμύρια χρόνια και πέρασε από σαράντα και παραπάνω κύματα κι εσύ ιδρύεις έτσι στα γρήγορα ένα «ποτάμι»; Βέβαια, από μόνη της η ίδρυση ενός «ποτάμι» είναι κάτι μεγαλειώδες. Έχει κάτι το μεταφυσικό, κάτι από τη Δημιουργία.
            Φοβερό. Μερικές χιλιάδες από εμάς δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν «ποτάμι» αλλά αγνοούν τα πάντα γι αυτό. Το μόνο που γνωρίζουν είναι ο ιδρυτής του. Αγνοούν τα πρόσωπα που θα το στελεχώσουν, τις θέσεις, τις επιδιώξεις του, την ιδεολογική βάση του, το τηλέφωνο, το mail, τη διεύθυνσή του. Αγνοούν τα πάντα αλλά το στηρίζουν. Εκεί είναι το μυστικό. Εκείνο που χρειαζόμαστε είναι μια προοπτική αλλαγής. Όσο πιο θολή, τόσο καλύτερη. Γιατί όταν αρχίσουν να ανακοινώνονται πρόσωπα, θέσεις, μέτρα, αρχίζουν και τα δύσκολα. Η προοπτική ξεθωριάζει. Η ουτοπία παίρνει ανθρώπινες διαστάσεις. Κι εδώ που φτάσαμε δε μας σώζουν τα ανθρώπινα. Δεν είμαι βέβαιος ότι πια μπορούν να το κάνουν και τα θεϊκά.
            Τη στιγμή που γράφω το συγκεκριμένο αγνοώ προτάσεις και δεσμεύσεις του «ποτάμι». Και δεν εννοώ το τι επιδιώκει το «ποτάμι». Εννοώ το πώς θα το πετύχει. Γιατί κι εγώ μπορεί να θέλω τον ουρανό με τα άστρα αλλά αγνοώ το πώς θα τα αποκτήσω. Όσο, λοιπόν, αγνοώ, δεν είμαι ούτε αισιόδοξος ούτε απαισιόδοξος. Δε δηλώνω υπέρ ή κατά. Το μόνο που κάνω είναι να φοβάμαι. Τρομάζω με όλους εκείνους που δηλώνουν υπέρ ή κατά ενώ αγνοούν τουλάχιστον όσα κι εγώ. Γιατί όταν τόσοι πολλοί τοποθετούνται ενώ αγνοούν, σημαίνει ότι ως λαός έχουμε πολύ δρόμο να διανύσουμε. Πολύ δρόμο μέχρι να καταλάβουμε ότι η αλλαγή θα προκύψει από εμάς. Από κανένα ποτάμι ή άλλο στοιχείο της φύσης και σίγουρα από κανέναν Μεσσία. Αυτοί έχουν πεθάνει προ πολλού και μια δεύτερη παρουσία φαντάζει μακρινή. Μακάρι και το «ποτάμι» και οι χείμαρροι και οι καταρράκτες που θα δημιουργηθούν στο εξής να δώσουν δείγματα θετικά. Μακάρι να δούμε προτάσεις που θα οδηγήσουν στη σταθερότητα που χρειαζόμαστε.
            Γιατί ωραία είναι τα κόμματα να «αφουγκράζονται» την κοινωνία αλλά ακόμα πιο ωραία είναι να διατυπώνουν υλοποιήσιμες θέσεις, ικανές να καλύπτουν τις ανάγκες της. Οπότε μήπως έφτασε ο καιρός... «να το πάρει το ποτάμι» και να μας πουν επιτέλους πώς θα πορευτούν, για να μάθουμε κι εμείς και να αποφασίσουμε αν είμαστε υπέρ ή κατά;

            Ο κ. Ζάχος λατρεύει τα καθαρά ποτάμια.

Τα θολά τα φοβάται.