Πριν πολλά πολλά χρόνια (εφημερίδα "ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ", 15.10.2000) είχα γράψει αυτό:
Είναι γεγονός ότι κάθε χρονιά ανάμεσα στο πλήθος των γραπτών υπάρχουν εκείνα που με κάνουν αισιόδοξο για την πορεία αρκετών παιδιών, αφού η κατάρτισή τους, η άποψη για την πραγματικότητα και τελικά το επίπεδο καλλιέργειάς τους πιστοποιείται από την ποιότητα και την ιδιαιτερότητα των εργασιών τους. Πρόκειται για εργασίες ατόμων που πρόκειται να πετύχουν στη ζωή τους και να διεκδικήσουν θέσεις εξουσίας. Όμως, δυστυχώς, αυτά τα δείγματα καλύπτουν ένα μικρό ποσοστό ανάμεσα στο πλήθος των Εκθέσεων με τις οποίες έρχομαι κάθε εβδομάδα σε επαφή.
Τα περισσότερα κινούνται σε μέτριο ως πολύ χαμηλό επίπεδο και το περιεχόμενό τους μόνο απλοϊκό μπορεί να χαρακτηριστεί. Γεμάτα λάθη συντακτικά και ορθογραφικά, που μαρτυρούν την άγνοια βασικών κανόνων, αλλά και με απόψεις που βρίσκονται πολύ μακριά από την πραγματικότητα, δίνουν την αίσθηση ότι τα άτομα αυτά δεν έχουν καμιά επαφή με το περιβάλλον τους. Η αδυναμία αυτών των παιδιών να περιγράψουν ακόμα και απλές καθημερινές καταστάσεις είναι τραγική. Αδυνατούν να στηρίξουν τις απόψεις τους και να οδηγηθούν σε ουσιαστικά συμπεράσματα, αδυνατούν να συνδέσουν νοήματα μεταξύ τους και να χρησιμοποιήσουν τις λέξεις με το πραγματικό τους νόημα.
Κάθε φορά σκέφτομαι ότι δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη της λαθεμένης πορείας που ακολουθούμε ως προς τη διαπαιδαγώγηση και κατάρτιση των νέων μας. Είναι απόδειξη ότι το κακό ξεκινάει από τα πρώτα εκπαιδευτικά στάδια με προγράμματα που δεν έχουν ουσιαστικά αποτελέσματα ως προς την κατάκτηση ακόμα και του πρωταρχικού εφοδίου που χρειάζεται κανείς, δηλαδή τη γλώσσα. Με δασκάλους που αγνοούν και οι ίδιοι ακόμα και τους βασικούς κανόνες χειρισμού του κώδικα επικοινωνίας μας, δασκάλους που δεν έχουν προσεγγίσει ποτέ ένα ουσιαστικό έντυπο, όχι μόνο βιβλίο, αλλά και εφημερίδα ή έστω και περιοδικό –το «Λοιπόν», το «Σοκ» και τα συναφή δεν ανήκουν στα «ουσιαστικά»- αδυνατώντας να διδάξουν και τα πιο απλά, αφού και οι ίδιοι δεν τα έχουν κατανοήσει.
Είναι απόδειξη μιας εκπαίδευσης που σε όλα τα στάδια απαιτεί αποστήθιση και όχι έρευνα και προβληματισμό, απαιτεί αγώνα για βαθμό και όχι για απόκτηση εφοδίων ζωής. Είναι τελικά απόδειξη της αδιαφορίας της ίδιας της οικογένειας για την ουσιαστική καλλιέργεια των παιδιών της, αφού τα πρότυπα που τους προβάλλει ταυτίζουν τον ελεύθερο χρόνο με την παθητικότητα, την αποχαύνωση μπροστά στην τηλεόραση, την αποξένωση και την έλλειψη διαλόγου ανάμεσα στα μέλη της. Είναι τελικά το επίπεδο της γλωσσικής καλλιέργειας των μαθητών η απόδειξη του ότι η εύκολη λύση που έχουμε επιλέξει ως κοινωνία σε κάθε θέμα δεν μπορεί παρά αργά ή γρήγορα να προκαλέσει κινδύνους.
Είναι πράγματι εξοργιστικό να σκέφτεται κανείς την αδιαφορία και την ανευθυνότητα των ανθρώπων που έχουν αναλάβει την προετοιμασία και τη διαδικασία διαπαιδαγώγησης της νέας γενιάς. Τι είδους συνείδηση διαθέτουν; Τι έχουν να απολογηθούν; Συνειδητοποιούν άραγε το πρόβλημα; Ή μήπως και εκεί η εύκολη λύση της επίρριψης ευθυνών στους άλλους και στο σύστημα είναι η λύση; Οι εκπαιδευτικοί, από τη μια πλευρά, καταδικάζουν την αδιαφορία των γονιών και εγκαταλείπουν κάθε ουσιαστική προσπάθεια που θα μπορούσε να συμβάλλει στη βελτίωση των παιδιών και, από την άλλη, οι γονείς κατηγορούν ασύστολα τους εκπαιδευτικούς αποποιούμενοι κάθε ευθύνης συνεχίζοντας την παθητική, πολύωρη παρακολούθηση τηλεοπτικών προγραμμάτων χείριστης ποιότητας.
Το πρόβλημα είναι τραγικό! Τα παιδιά αυτά αδυνατούν να κατανοήσουν ακόμα και απλές καθημερινές έννοιες, αδυνατούν να κατανοήσουν τις εξελίξεις και άρα να προσαρμοστούν σ’ αυτές. Δεν είναι λίγα τα παιδιά που μου λένε ότι στην προσπάθειά τους να διαβάσουν μια εφημερίδα αδυνατούν να κατανοήσουν τα μηνύματά της, αδυνατούν άρα να ενημερωθούν ουσιαστικά. Αδυνατούν να εκφράσουν τις απόψεις τους ακόμα και για απλούς όρους και προβλήματα που τίθενται στην καθημερινή διδασκαλία. Η απάντηση σχεδόν μόνιμη: «το ξέρω αλλά δεν μπορώ να το εκφράσω». Μα αυτό σημαίνει ότι αδυνατούν να σκεφτούν, αφού… σκέφτομαι με λέξεις.
Πολλοί είναι εκείνοι που συνδέουν το πρόβλημα με ορισμένες μόνο εκφάνσεις της ζωής μας, όμως κάτι τέτοιο είναι παράλογο και εξωπραγματικό, γιατί γλώσσα είναι τα πάντα. Η παράδοσή μας, ο πολιτισμός μας, τα επιτεύγματα που μας περιβάλλουν, τα πάντα αποκτούν υπόσταση μόνο όταν η γλώσσα τα μορφοποιήσει με κάποιες έννοιες. Γλώσσα είναι η επικοινωνία μας με τον κόσμο, το περιβάλλον μας, είναι η εικόνα του επιπέδου καλλιέργειας που διαθέτουμε, της αισθητικής μας.
Αναρωτιέμαι πώς αυτά τα παιδιά θα μπορέσουν να διεκδικήσουν θέση εργασίας; Τι προσωπικότητα θα επιδείξουν όταν θα χρειαστεί να κριθούν από κάποιον εργοδότη μέσω συνέντευξης; Πώς θα πείσουν τον πελάτη τους σε έναν, οποιοδήποτε επαγγελματικό χώρο; Το σημαντικότερο, με τι κώδικα συνεννοούνται με τους φίλους τους, με ποιο τρόπο εκφράζουν τα συναισθήματά τους, τις σκέψεις και τις απορίες τους για τη ζωή; Με ποιο τρόπο τελικά θα εξωτερικεύσουν τον έρωτά τους, την αγάπη τους και τελικά την οργή και την αντίδρασή τους; Πώς θα καταφέρουν να ενημερωθούν για τις εξελίξεις που πλέον συντελούνται με ραγδαίους ρυθμούς, ώστε να καταφέρουν να τις παρακολουθήσουν; Ή μήπως θα είναι τα θύματα της εποχής μας που θα φυτοζωούν στο περιθώριο αδυνατώντας να παρέμβουν στις διαδικασίες;
Το πρόβλημα λαμβάνει διαστάσεις τεράστιες και είναι λογικό να μας θλίβει το γεγονός αυτό που μόνο «αναλφαβητισμός» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Σε μια εποχή γνώσης και τρομακτικών δυνατοτήτων διάδοσής τους, σε μια εποχή υψηλής κατάρτισης και εξειδίκευσης είναι απαράδεκτο το φαινόμενο αυτό. Τι πρόκειται να συμβεί στο άμεσο μέλλον; Όταν ο καθένας δίνει στις έννοιες ένα νόημα διαφορετικό ποια θα είναι η κατάσταση; Μήπως οι νέοι αυτοί θα αισθάνονται ότι ζουν σε μια σύγχρονη «Βαβέλ» αδυνατώντας να κατανοήσουν ακόμα και απλά γλωσσικά μηνύματα;
Λίγο καιρό μετά (εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», 25.10.00)
το Δ.Σ. του Συλλόγου Δασκάλων και Νηπιαγωγών Λάρισας
απάντησε με αυτό:
«Το Διοικητικό Συμβούλιο του συλλόγου συζήτησε το παραπάνω δημοσίευμα και τις αναφορές του στο Δάσκαλο του Δημοσίου σχολείου και ομόφωνα:
-Εκφράζει την έκπληξή του, την απορία του αλλά και την αγανάκτησή του για τα όσα ισχυρίζεται ο κ. Ζάχος για το έργο του δασκάλου και το ρόλο του στο δημόσιο δωρεάν σχολείο.
-Ο κ. Ζάχος προσβάλλει βάναυσα χιλιάδες εκπαιδευτικούς όταν, με ανάξιους σχολιασμούς, ισχυρισμούς και αυθαίρετες γενικεύσεις, ούτε λίγο ούτε πολύ κρίνει τους δασκάλους στο σύνολό τους ακατάλληλους για την αποστολή τους.
-Θεωρούμε αυτονόητο το δημοκρατικό δικαίωμα του καθενός να διατυπώνει δημόσια τις απόψεις του, δεν μπορούμε όμως να δεχτούμε από κανέναν να συκοφαντεί με χυδαιότητα και εμπάθεια τον κλάδο των δασκάλων που τόσα έχει προσφέρει και θα συνεχίζει να προσφέρει στην ελληνική κοινωνία και στη χώρα.
-Εκτός κι αν κάποιοι μηδενίζουν τα πάντα στο βωμό της άγρας πελατών και της διαφήμισής τους στο χώρο της παραπαιδείας που πιστά υπηρετούν.
-Τα πάντα όμως έχουν κι ένα μέτρο και λυπούμαστε ειλικρινά που σ’ αυτή την περίπτωση ο κ. Ζάχος έχει χάσει την αίσθηση του μέτρου και του ανεκτού».
Όλα αυτά τα θυμήθηκα μετά από πολλά πολλά χρόνια
επειδή ετοιμάζω κάτι ακόμα για το θέμα.