Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2020

Έχει ο καιρός γυρίσματα

Λοιπόν, ανέκαθεν μισούσα τις μεγάλες οικογενειακές συγκεντρώσεις. Γενικά, μισούσα οποιαδήποτε συγκέντρωση που είχε να κάνει με πολυκοσμία. Τις μισούσα και, όσο μπορούσα, τις απέφευγα. Με ενοχλούσε η φασαρία, ο συνωστισμός, τα δυνατά -συχνά χωρίς πραγματικό λόγο- γέλια, ο καπνός του τσιγάρου, η χωρίς όρια οινοποσία, η προσπάθεια να δείξουμε πόσο καταπληκτικά περνάμε. Με ενοχλούσαν οι συζητήσεις για το πόσο ωραίο είναι το τσίπουρο, το κρασί, το ψητό, η σαλάτα, τα μελομακάρονα, τα κουλουράκια... Και δεν αμφισβητώ ότι κάποιοι, συνήθως οι προηγούμενες γενιές, περνούσαν πραγματικά και αβίαστα καλά. Ίσως μάλιστα, πολύ καλά. Μάλλον, είχε να κάνει με τα βιώματά τους. Έτσι είχαν μάθει, έτσι το συνέχιζαν. Κάθε αλλαγή τους προκαλούσε -φαντάζομαι- οξύ πόνο, οπότε και την απέφευγαν, όπως ο ακατονόμαστος το λιβάνι.
Προσωπικά, όμως, δεν κατάφερα ποτέ να τις συμπαθήσω αυτές τις συνάξεις. Θυμάμαι ακόμη και τώρα με τρόμο την επέλαση των θειτσών στις τρυφερές παρειές* μου. Επέλαση που συνοδευόταν από τσιρίδες χαράς και έκπληξης, οι οποίες μου προκαλούσαν αφόρητη τρομάρα. Επέλαση που είχε ως στόχο το τσίμπημα της παρειάς, την οποία οι θείτσες τραβούσαν με μανία, σαν να επιθυμούσαν να μου την ξεπατώσουν. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, οι θείτσες ολοκλήρωναν το απάνθρωπο έργο τους με ένα φιλί -έτσι το θεωρούσαν- ρουφηχτό σαν βεντούζα και υγρό σαν τον Δούναβη. Απαίσιο πράγμα, φρικτή εμπειρία που γινόταν τραγική όταν η θείτσα διέθετε και πυκνή τριχοφυΐα, η οποία συνήθως ξεφύτρωνε από μια τεραστίων διαστάσεων ελιά.
Παιδικά τραύματα που δύσκολα ξεπερνιούνται. Κάποτε δεν ξεχνιούνται και δεν ξεπερνιούνται ποτέ. Έτσι πίστευα μέχρι πρόσφατα, γιατί, τελικά, έχει ο καιρός γυρίσματα.
Γιατί όταν ο καταραμένος κορωνοϊός, που μας βρήκε και μας σήκωσε, επιβάλλει το ένα lockdown μετά το άλλο, όταν η κλεισούρα, η απομόνωση, η αποστασιοποίηση, η έλλειψη των δικών μας ανθρώπων, η αποφυγή κάθε επαφής, γίνονται καθημερινότητα, τότε τα δεδομένα ανατρέπονται οδηγώντας σε δεύτερες και τρίτες σκέψεις, σε αναθεωρήσεις και σε επανεξέταση αντιλήψεων, επιλογών αλλά και συμπεριφορών.
Και κάπως έτσι εμφανίζεται η νοσταλγία για πρότερες καταστάσεις που κάποτε έδειχναν ενοχλητικές. Κι εκεί μέσα έρχεται και η αναπόληση οικογενειακών στιγμών και γλεντιών όπου δεν υπήρχαν περιορισμοί, συνευρέσεων στις οποίες οι αγκαλιές, τα αγγίγματα, τα φιλιά, δεν λογίζονταν ως απειλή αλλά ως οικεία, ανθρώπινη έκφραση συναισθημάτων και ανάγκη για επικοινωνία άμεση και χωρίς αποστάσεις.
Και κάπως έτσι, ακόμη και τα ρουφηχτά και υγρά φιλιά των θειτσών δεν είναι πια μια τόσο τρομακτική ανάμνηση, ακόμη κι αν συνοδεύονταν από πυκνή τριχοφυΐα, η οποία συνήθως ξεφύτρωνε από μια τεραστίων διαστάσεων ελιά. 
Μετά από αρκετών εβδομάδων εγκλεισμό αναπολώ ακόμη και εφιαλτικές στιγμές. Βέβαια, σκέφτομαι ότι αν τις ζούσα τώρα, τι στο καλό στο 2020 είμαστε, δεν θα έκαναν αποτρίχωση οι θείτσες;


*τα μάγουλα

Δεν υπάρχουν σχόλια: