Πέμπτη 30 Ιουλίου 2009

Τσίτσιδοι Στην Ακτή

Αυτός είναι ο παράδεισος! Έτοιμος να απλωθώ στην αναπαυτική ξαπλώστρα μου, κάτω από τη σκιά της τεράστιας ομπρέλας μου. Με το ψυγειάκι μου γεμάτο κρύα νερά, δροσερά φρούτα, λαχταριστά σοκολατοειδή και φυσικά παγωμένο καφέ. Με το βιβλιαράκι μου, τον υπολογιστή μου και το ipod του γιου μου (σίγουρα κάτι θέλει από μένα, γι αυτό μου το δάνεισε) για παρέα. Και κυρίως μόνος σε μια παραλία με ήσυχα, καταγάλανα νερά. Το βλέπω και δεν μπορώ να το πιστέψω. Θέλω να βάλω τα κλάματα από ενθουσιασμό. Δεν υπάρχουν άνθρωποι μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι μου (δεν εννοώ ότι το μάτι μου είναι πολύ πεταχτό ή ότι φεύγει από τη θέση του και κόβει βόλτες αλλά ότι δεν υπάρχουν άνθρωποι μέχρι εκεί που μπορώ να δω). Ναι είναι ο παράδεισος και είναι όπως τον είχα φανταστεί. Δηλαδή, χωρίς ενοχλητικά τρισάθλιους ανθρώπους.
Σιχαίνομαι τους περισσότερους ανθρώπους στην παραλία (μάλλον όχι μόνο εκεί). Απεχθάνομαι να τους ακούω, μου φέρνει εμετό να τους βλέπω, παθαίνω ναυτία και να τους αισθάνομαι κοντά μου. Παθαίνω όλα αυτά τα δυσάρεστα, επειδή οι άνθρωποι στην παραλία δεν μπορούν να κρυφτούν. Κατά έναν περίεργο τρόπο φανερώνουν ξετσίπωτα την προσωπικότητά τους και όχι μόνο. Τα προτερήματα και συνάμα καθετί ελαττωματικό και βλαμμένο που κουβαλάει ο καθένας εμφανίζεται με απόλυτο τρόπο στην ακτή. Όχι στο βουνό, όχι σε λόφους ούτε καν σε κάμπους. Στην ακτή! Εκεί τσιτσιδώνεται ο καθένας, μεταφορικά και κυριολεκτικά και αυτό μου τη δίνει σε σημείο ημικρανίας.
Μου τη δίνουν τα αντιαισθητικά τσουλιά που ενώ τα δίνουν όλα στην επίδειξη της τσουλότητάς τους ταυτόχρονα το παίζουν σεμνότυφα. Μόλις κάποιος σχολιάσει τον κώλο τους, αυτά (τα τσουλιά) θα γυρίσουν και δήθεν πειραγμένα θα του πετάξουν κατάμουτρα: «Άντε να χαθείς βρε γελοίε! Δεν τον έχω (τον κώλο) για τα μούτρα σου»! Σιγά μωρή. Ο γελοίος σου φταίει; Άμα κυρά μου δεν ήθελες σχόλια για τον κώλο σου, γιατί τον κουνάς στα μούτρα του καθενός; Γιατί; Πήγαινε και κούνησέ τον στα μούτρα αυτουνού για τον οποίον τον προορίζεις! Αλλά δεν το κάνεις γιατί κανένας -πέραν του γελοίου- τον λιμπίζεται.
Μου τη δίνουν οι μαμάδες που προσπαθούν να δείξουν ότι είναι τέτοιες με τσιρίδες σοπράνο και κραυγές λιμενεργάτη: «Ρούλη, βγες πιο έξω βρε ηλίθιο. Θα πνιγείς και τι θα πω στον αχαΐρευτο τον πατέρα σου μετά;» ή «Βρασίδα, μην κρατάς τη γιαγιά στο βυθό για πολλή ώρα. Θα σκάσει και δε μας έγραψε ακόμα το σπίτι στο χωριό» ή «Αφροξυλάνθη κούκλα μου, πόσες φορές θα σου πω ότι δεν πρέπει να ξεβρακώνεσαι μπροστά στον καθέναν»; Μη χειρότερα! Σήκω βρε καρακαλτάκα, πήγαινε κοντά στα παιδάκια σου και ούρλιαξε χαμηλόφωνα. Χρειάζεται να μάθει όλη η Πλάση ότι το παιδί σου πάσχει από σχιζοφρένεια, είναι ανώμαλο ή διαθέτει ένστικτα δολοφόνου από τα τρία του;
Μου τη δίνουν οι κυράτσες που άλλη δουλειά δεν κάνουν από το να είναι νοικοκυρές και να μαγειρεύουν και να πλένουν και να σιδερώνουν και να ξεσκονίζουν και να φροντίζουν κάποιον. Και δε μου τη δίνει η επιλογή τους να είναι τέτοιες. Μου τη δίνει που δεν έχουν άλλο θέμα κουβέντας στην παραλία (μάλλον και πουθενά αλλού). Προχτές ήμουν υποχρεωμένος να ακούω επί δυο ώρες και είκοσι λεπτά δέκα κυράτσες να συζητούν για το εβδομαδιαίο μενού της καθεμιάς. Τι και πώς το μαγείρεψε, ποιες οι αντιδράσεις όσων ντερλίκωσαν, πόσο περίσσεψε και ποια η τύχη αυτού που περίσσεψε. Αφού έδειξαν πόσο δούλες είναι και αισθάνονται, άρχισαν να σκυλοβαριούνται μέχρι θανάτου. Ευτυχώς γι αυτές εκείνη την ώρα ένα παιδάκι έπεσε και τσακίστηκε στους παρακείμενους βράχους και θα χρειαζόταν ράμματα στις πληγές του και βρήκαν νέο ενδιαφέρον. Ξέθαψαν κάθε ατύχημα που ήξεραν. Μία μάλιστα θυμήθηκε που είχε ακούσει στην τηλεόραση για ένα παιδάκι που έπεσε και τσακίστηκε και ήθελε ράμματα και στο δρόμο για το νοσοκομείο το παιδάκι τίναξε τα πέταλα, γιατί κάτι ξεκόλλησε από την οροφή του ασθενοφόρου και το χτύπησε στο δόξα πατρί. Όλες συμφώνησαν ότι δεν είναι να εμπιστεύεσαι τα ασθενοφόρα!
Μου τη δίνουν οι λουόμενοι που δε διαβάζουν. Αδιαφορώ που είναι και θα παραμείνουν ηλίθιοι. Μου τσαταλιάζουν το νεύρο, γιατί δε βάζουν γλώσσα μέσα και αρχίζουν να μαλώνουν για το ποιος ευθύνεται για το διασυρμό του Παναθηναϊκού που τον προπονεί ένας Κινέζος(;) με το όνομα Τεν-Κα-Τε. Μα Κινέζο προπονητή; Πού ακούστηκε; Μου σμπαραλιάζουν και το τελευταίο μικρό νευράκι, γιατί νιώθουν ανασφάλειες και καταλαβαίνουν πόσο χαζοντάμαρα είναι, όταν κάποιος δίπλα τους διαβάζει. Κι εκεί αρχίζουν την προσπάθεια να υποτιμήσουν αυτό που αγνοούν ή να δικαιολογήσουν -ανεπιτυχώς- την επιλογή τους να παραμένουν άξεστοι. Καλέ μου άνθρωπε, επιλογή σου είναι να μη διαβάζεις και να παραμένεις βλάκας και να νομίζεις ότι τα ξέρεις όλα (επειδή αγνοείς τη γνώση που υπάρχει). Μην προσπαθείς να πείσεις ότι η αναφυλαξία που παθαίνεις κάθε που αντικρίζεις βιβλίο ακόμα και κλειστό είναι ιδεολογία! Με απλά λόγια, όλοι ξέρουν πόσο ανυπόφορα βαρετός άνθρωπος και τεμπέλης είσαι, μην τους προκαλείς να σου το πουν κατάμουτρα!
Δεν ξέρω τι είναι αυτό που απελευθερώνει τους περισσότερους ανθρώπους στην ακτή. Σίγουρα είναι ενοχλητικό. Η παραλία γίνεται κόλαση, όταν γεμίζει με τσουλιά, κυράτσες, αποτυχημένες μαμάδες, θλιβερά άξεστους, τρομαχτικά αντιαισθητικούς και κουραστικά φωνακλάδες. Εκεί κανένας δεν μπορεί να κρυφτεί. Είναι τσίτσιδος μπροστά σε όλους. Αυτή είναι η κόλαση αλλά εγώ έχω μια εξαιρετική τύχη αυτή τη στιγμή. Είμαι μόνος σε μια παραλία με ήσυχα, καταγάλανα νερά. Είναι ο παράδεισος. Και αυτός είναι μοναχικός. Η κόλασή μου είναι οι άλλοι!

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Καρακαλτάκα. Πσσσς! Σαν ποίημα ακούγεται! Αν και το ομολογώ ότι ούτε που έχω ξανακούσει αυτή τη λέξη, χαρακτηρίζει τέλεια τη συγκεκριμένη μαμά!

Πάντως εγώ θα διαφωνήσω για τα τσουλιά. Παραλία χωρίς τσουλιά είναι σαν ζαμπόν χωρίς λιπαρά, σαν τούρτα χωρίς κερασάκι και σαν τηλεόραση χωρίς τηλεκοντρόλ! Τι θα κάνουμε στην παραλία χωρίς αυτά, κοχύλια θα μαζεύουμε?! : P
SpAdE

Σωτήρης Π. Ζάχος είπε...

Αγαπητέ SpAdE,
έχεις καταλάβει ελπίζω ότι στόχος του blog πέρα από τα άλλα είναι και ο εμπλουτισμός του λεξιλογίου (καρακαλτάκα) των επισκεπτών.

Όσο για τα τσουλιά στην παραλία θα συμφωνήσω. Παραλία χωρίς τσουλιά είναι σαν το Νότιο Πόλο χωρίς πάγους. Το κείμενό μου αναφέρεται στα τσουλιά που το παίζουν σεμνότυφες. Το καλό τσουλί πρέπει να είναι τσουλί σε όλα του! Σεμνοτυφίες δε χωρούν!!!

Τασούλα είπε...

Αγαπητέ Σωτήρη ενώ θα συμφωνήσω σε όλα τα παραπάνω, έχω μία μικρή (τοσοδούλα) ένσταση. Όση ώρα διάβαζα το απολαυστικό, ομολογουμένως, κείμενό σου, κάπου στο βάθος του μυαλού μου τριγύριζε ενοχλητικά - σαν εκείνα τα φρικαλέα κουνούπια του καλοκαιριού που δεν σ' αφήνουν να κλείσεις μάτι-μία εύλογη πιστεύω απορία.
Πως είναι δυνατόν ένας άνθρωπος που βρίσκεται σε ένα τέτοιο μέρος να σκέφτεται (έστω και αρνητικά) όλα τα προηγούμενα;
Μήπως τελικά υποβόσκει ένας μικρούλης (τόσος δα) εθισμός σε αντίστοιχες καταστάσεις;
Μήπως, αναρωτιέμαι, εντέλει είναι μέρος της προσωπικότητάς μας σαν έθνος και όλο αυτό είναι ένα τεράστιο αστείο, που πέραν της δεδομένης ενόχλησης τη συγκεκριμένη στιγμή μας προκαλεί ταυτόχρονα και ένα τεράστιο χαμόγελο;
Απλά αναρωτιέμαι...